τρίλεκτος: Difference between revisions

42
(6_18)
(42)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''τρίλεκτος''': -ον, ὁ τρὶς λεχθείς, Σχόλ. εἰς Νικ. Θηρ. 102 πρὸς ἑρμηνείαν τοῦ [[τρίφατος]], ἴδε τὴν λέξιν.
|lstext='''τρίλεκτος''': -ον, ὁ τρὶς λεχθείς, Σχόλ. εἰς Νικ. Θηρ. 102 πρὸς ἑρμηνείαν τοῦ [[τρίφατος]], ἴδε τὴν λέξιν.
}}
{{grml
|mltxt=-ον, Α<br />αυτός που έχει λεχθεί [[τρεις]] φορές.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>τρι</i>- <span style="color: red;">+</span> [[λεκτός]] (<span style="color: red;"><</span> [[λέγω]]), <b>πρβλ.</b> <i>δύσ</i>-<i>λεκτος</i>].
}}
}}