3,274,919
edits
(6_19) |
(40) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''τειχιστής''': -οῦ, ὁ, ὁ κτίζων τείχη, [[τειχοδόμος]], [[τειχοποιός]], Ἑβδ. (Δ΄ Βασιλ. ΙΒ΄, 12). | |lstext='''τειχιστής''': -οῦ, ὁ, ὁ κτίζων τείχη, [[τειχοδόμος]], [[τειχοποιός]], Ἑβδ. (Δ΄ Βασιλ. ΙΒ΄, 12). | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=ὁ, Α [[τειχίζω]]<br />αυτός που χτίζει τείχη (α. «τειχιστὴς τῆς Τροίας», Λιβάν.<br />β. «τοῑς τειχισταῑς καὶ τοῑς λατόμοις τῶν λίθων», ΠΔ). | |||
}} | }} |