ὑποτυπωτικός: Difference between revisions

44
(6_11)
(44)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ὑποτῠπωτικός''': -ή, -όν, ὁ ἐν εἴδει ὑποτυπώσεων, [[περιληπτικός]], [[ἐπίτομος]], Σέξτ. Ἐμπ. π. Π. 1. 239. ― Ἐπίρρ. -κῶς, [[αὐτόθι]] 2. 1.
|lstext='''ὑποτῠπωτικός''': -ή, -όν, ὁ ἐν εἴδει ὑποτυπώσεων, [[περιληπτικός]], [[ἐπίτομος]], Σέξτ. Ἐμπ. π. Π. 1. 239. ― Ἐπίρρ. -κῶς, [[αὐτόθι]] 2. 1.
}}
{{grml
|mltxt=-ή, -όν, Α [[ὑποτυπῶ]]<br />πολύ [[συνοπτικός]], [[περιληπτικός]]. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>ὑποτυπωτικῶς</i> Α<br />περιληπτικά, συνοπτικά.
}}
}}