3,274,919
edits
(2) |
(2) |
||
Line 30: | Line 30: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=ο (Α [[αἰών]])<br /><b>βλ.</b> [[αιώνας]]. | |mltxt=ο (Α [[αἰών]])<br /><b>βλ.</b> [[αιώνας]]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''αἰών:''' -ῶνος, ὁ, ποιητ. <i>ἡ</i>· αποκομ. [[τύπος]] αιτ. <i>αἰῶ</i> ([[κυρίως]] <i>αἰϜών</i>, Λατ. [[aevum]], βλ. [[αἰεί]]), χρονική [[περίοδος]] ύπαρξης,<br /><b class="num">1.</b> ο [[χρόνος]] ζωής κάποιου, η [[ζωή]] του, σε Όμηρ., Αττ. ποιητές.<br /><b class="num">2.</b> [[αιώνας]], ηλικιακή [[κλάση]], [[γενιά]], σε Αισχύλ.· ὁ [[μέλλων]] [[αἰών]], οι μεταγενέστεροι, οι απόγονοι, σε Δημ.<br /><b class="num">3.</b> [[μακρά]] [[περίοδος]] χρόνου, [[αιώνας]]· <i>ἀπ' αἰῶνος</i>, από [[παλιά]], επί αιώνες, σε Ησίοδ., Κ.Δ.· <i>τὸνδι' αἰῶνος χρόνον</i>, για πάντα, αιωνίως, σε Αισχύλ.· <i>ἅπαντα τὸν αἰῶνα</i>, σε Λυκούργ.<br /><b class="num">4.</b> καθορισμένη [[περίοδος]] χρόνου, [[εποχή]], [[περίοδος]] (που έχει προσδιορίσει η θεϊκή [[πρόνοια]])· ὁ αἰὼν [[οὗτος]], ο [[παρών]] [[κόσμος]], αντίθ. προς το <i>ὁ [[μέλλων]]</i>, σε Καινή Διαθήκη· απ' όπου και η [[χρήση]] του στον πληθ., <i>εἰςτοὺς αἰῶνας</i>, για πάντα, στο ίδ. | |||
}} | }} |