ἀποπροτέμνω: Difference between revisions

3
(big3_6)
(3)
Line 24: Line 24:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=[[cortar arrancando]] νώτου ἀποπροταμών después de haber cortado un trozo de espalda</i>, <i>Od</i>.8.475, cf. Nic.<i>Th</i>.572.
|dgtxt=[[cortar arrancando]] νώτου ἀποπροταμών después de haber cortado un trozo de espalda</i>, <i>Od</i>.8.475, cf. Nic.<i>Th</i>.572.
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἀποπροτέμνω:''' μέλ. <i>-τεμῶ</i>, αόρ. βʹ <i>-προέτᾰμον</i>· [[αποκόπτω]] από, <i>νώτου ἀποπροταμών</i>, [[αφού]] του έκοψε ένα [[κομμάτι]] από τη [[ράχη]], σε Ομήρ. Οδ.
}}
}}