3,277,121
edits
(10) |
(4) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-ή, -ό (AM [[ἐγερτικός]], -ή, -όν) αυτός που διεγείρει ή συντελεί στη [[διέγερση]]<br /><b>αρχ.</b><br /><i>ἐγερτικά</i><br />τα εγκλιτικά, [[επειδή]] μεταβάλλουν τη [[βαρεία]] της προηγούμενης λέξης σε [[οξεία]]. | |mltxt=-ή, -ό (AM [[ἐγερτικός]], -ή, -όν) αυτός που διεγείρει ή συντελεί στη [[διέγερση]]<br /><b>αρχ.</b><br /><i>ἐγερτικά</i><br />τα εγκλιτικά, [[επειδή]] μεταβάλλουν τη [[βαρεία]] της προηγούμενης λέξης σε [[οξεία]]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''ἐγερτικός:''' -ή, -όν ([[ἐγείρω]]), αυτός που ξυπνά, που προκαλεί [[διέγερση]], <i>τινος</i>, σε Πλάτ. | |||
}} | }} |