νεανισκεύομαι: Difference between revisions

5
(26)
(5)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[νεανισκεύομαι]] (Α) [[νεανίσκος]]<br />βρίσκομαι στη νεανική [[ηλικία]] («ἔξεστιν αὐτοῑς ἐν τοῑς ἐφήβοις νεανισκεύεσθαι», <b>Ξεν.</b>).
|mltxt=[[νεανισκεύομαι]] (Α) [[νεανίσκος]]<br />βρίσκομαι στη νεανική [[ηλικία]] («ἔξεστιν αὐτοῑς ἐν τοῑς ἐφήβοις νεανισκεύεσθαι», <b>Ξεν.</b>).
}}
{{lsm
|lsmtext='''νεᾱνισκεύομαι:''' αποθ., βρίσκομαι στη νεότητά μου, σε Ξεν.
}}
}}