πανηγυριστής: Difference between revisions

5
(30)
(5)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=ο, θηλ. -ίστρια, ΝΜΑ [[πανηγυρίζω]]<br />[[άτομο]] που μετέχει σε [[πανήγυρη]], που παίρνει [[μέρος]] σε ομαδικό και ενθουσιώδη εορτασμό εθνικού ή θρησκευτικού γεγονότος, [[πανηγυριώτης]].
|mltxt=ο, θηλ. -ίστρια, ΝΜΑ [[πανηγυρίζω]]<br />[[άτομο]] που μετέχει σε [[πανήγυρη]], που παίρνει [[μέρος]] σε ομαδικό και ενθουσιώδη εορτασμό εθνικού ή θρησκευτικού γεγονότος, [[πανηγυριώτης]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''πᾰνηγῠριστής:''' -οῦ, ὁ, αυτός που παρακολουθεί [[μία]] <i>πανήγυριν</i>, σε Λουκ.
}}
}}