σημεῖον: Difference between revisions

6
(37)
(6)
Line 30: Line 30:
{{grml
{{grml
|mltxt=τὸ, ΜΑ<br /><b>βλ.</b> [[σημείο]].
|mltxt=τὸ, ΜΑ<br /><b>βλ.</b> [[σημείο]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''σημεῖον:''' τό, Ιων. [[σημήϊον]], Δωρ. σᾶμήϊον και σᾶμᾷον ([[σῆμα]]),<br /><b class="num">I. 1.</b> [[σύμβολο]], [[σημάδι]], χαρακτηριστικό [[γνώρισμα]], σε Ηρόδ., Αττ.<br /><b class="num">2.</b> [[σημάδι]] που προέρχεται από τους θεούς, [[οιωνός]], σε Σοφ., Πλάτ.· λέγεται [[ιδίως]] για τους αστερισμούς, σε Ευρ.<br /><b class="num">3.</b> [[σημάδι]] για να κάνει [[κάποιος]] [[κάτι]] ή [[σινιάλο]], που δημιουργείται από τον κυματισμό σημαιών, σε Ηρόδ.· <i>αἴρειν</i>, κατασπᾶν τὸ [[σημεῖον]], [[υψώνω]] ή [[υποστέλλω]] το [[λάβαρο]] που λειτουργεί ως [[σύνθημα]] για τη [[μάχη]], σε Θουκ·. <i>τὰ σημεῖα ἤρθη</i>, δόθηκαν τα σινιάλα που είχαν συμφωνηθεί, στον ίδ.<br /><b class="num">4.</b> [[έμβλημα]] ή [[σημαία]] που κυματίζει στο [[πλοίο]] του ναυάρχου, σε Ηρόδ. ή στη [[σκηνή]] του στρατηγού, σε Ξεν.· [[κατόπιν]], γενικά, [[έμβλημα]], [[σημαία]], σε Ευρ.· απ' όπου, [[σύνορο]], όριο, σε Δημ.<br /><b class="num">5.</b> [[εικόνα]] ή [[σήμα]] χαραγμένο πάνω στην [[ασπίδα]], σε Ηρόδ., Ευρ.· στα πλοία, διακοσμητικές φιγούρες, όπως κεφαλές μυθολογικών προσώπων, σε Αριστοφ.<br /><b class="num">6.</b> [[σινιάλο]], συνθηματική [[λέξη]], [[σύνθημα]], σε Θουκ.<br /><b class="num">II.</b> στην επιχειρηματολογία, [[ένδειξη]] ή [[απόδειξη]], [[τεκμήριο]], σε Αριστοφ., Θουκ. κ.λπ.· [[σημεῖον]] δέ· ή [[σημεῖον]] γάρ· (για να παρουσιάσει [[επιχείρημα]]), αυτή είναι η [[απόδειξη]] γι' αυτό, σε Δημ. κ.λπ.
}}
}}