ἀνήμελκτος: Difference between revisions

3
(4)
(3)
Line 27: Line 27:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἀνήμελκτος]], -ον (Α) [[αμέλγω]]<br />μη αρμεγμένος, [[ανάρμεχτος]].
|mltxt=[[ἀνήμελκτος]], -ον (Α) [[αμέλγω]]<br />μη αρμεγμένος, [[ανάρμεχτος]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἀνήμελκτος:''' -ον ([[ἀμέλγω]]), μη αρμεγμένος, σε Ομήρ. Οδ.
}}
}}