ἀνταγωνίζομαι: Difference between revisions

3
(4)
(3)
Line 30: Line 30:
{{grml
{{grml
|mltxt=(Α [[ἀνταγωνίζομαι]])<br /><b>1.</b> [[είμαι]] [[ανταγωνιστής]] κάποιου<br /><b>2.</b> [[συναγωνίζομαι]], [[αμιλλώμαι]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> (για πόλεμο) [[αγωνίζομαι]], [[μάχομαι]] [[εναντίον]] κάποιου<br /><b>2.</b> [[είμαι]] [[αντίδικος]] κάποιου<br /><b>3.</b> [[αγωνίζομαι]], [[προβάλλω]] [[αξίωση]] για [[κάτι]]<br /><b>4.</b> <b>παθ.</b> τοποθετούμαι [[εναντίον]] κάποιου, παρακινούμαι σε αγώνα [[εναντίον]] κάποιου.
|mltxt=(Α [[ἀνταγωνίζομαι]])<br /><b>1.</b> [[είμαι]] [[ανταγωνιστής]] κάποιου<br /><b>2.</b> [[συναγωνίζομαι]], [[αμιλλώμαι]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> (για πόλεμο) [[αγωνίζομαι]], [[μάχομαι]] [[εναντίον]] κάποιου<br /><b>2.</b> [[είμαι]] [[αντίδικος]] κάποιου<br /><b>3.</b> [[αγωνίζομαι]], [[προβάλλω]] [[αξίωση]] για [[κάτι]]<br /><b>4.</b> <b>παθ.</b> τοποθετούμαι [[εναντίον]] κάποιου, παρακινούμαι σε αγώνα [[εναντίον]] κάποιου.
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἀντᾰγωνίζομαι:''' μέλ. Αττ. <i>-ῐοῦμαι</i>· ως αποθ., [[αγωνίζομαι]] ενάντια, είμαι [[αντίπαλος]] κάποιου, <i>τινι</i>, σε Ηρόδ., Θουκ.· γενικά, [[αντιμάχομαι]] ή [[διαφιλονικώ]] με, <i>τινι</i>, σε Θουκ.· <i>οἱ ἀνταγωνιζόμενοί τι</i>, οι διάδικοι, αντίδικοι σε [[δίκη]], σε Ξεν.
}}
}}