ἀνομόλογος: Difference between revisions

3
(4)
(3)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἀνομόλογος]], -ον (Α)<br />αυτός που δεν συμφωνεί, [[ασύμφωνος]], [[αντιφατικός]].
|mltxt=[[ἀνομόλογος]], -ον (Α)<br />αυτός που δεν συμφωνεί, [[ασύμφωνος]], [[αντιφατικός]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἀνομόλογος:''' -ον, αυτός που διαφωνεί.
}}
}}