δοχμός: Difference between revisions

4
(9)
(4)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[δοχμός]], -όν και -ός, -ή, -όν (Α)<br />ο [[δόχμιος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αρχαίος [[επικός]] [[ιωνικός]] [[τύπος]] που αντιστοιχεί [[προς]] τον αρχ. ινδ. <i>jihma</i>- «[[επικλινής]], [[λοξός]]», παρ' όλο που υπάρχουν φωνολογικές δυσκολίες για τις οποίες έχουν διατυπωθεί δύο υποθέσεις. Σύμφωνα με την πρώτη το ελληνικό -<i>ο</i>- ή αποτελεί την ασθενή [[βαθμίδα]] του αρχ. ινδ. -<i>i</i>- ή προήλθε με [[αφομοίωση]] από το <i>δαχ</i>-<i>μός</i>. Σύμφωνα με τη δεύτερη το -<i>j</i>- που υπάρχει στον αρχ. ινδ. τύπο <i>jihma</i>- προήλθε από -<i>d</i>- με [[αφομοίωση]].<br /><b><span style="color: brown;">ΠΑΡ.</span></b> <b>αρχ.</b> [[δοχμή]] και <i>δόχμη</i>, [[δόχμιος]].<br /><b><span style="color: brown;">ΣΥΝΘ.</span></b> <b>αρχ.</b> [[δοχμόλοφος]].
|mltxt=[[δοχμός]], -όν και -ός, -ή, -όν (Α)<br />ο [[δόχμιος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αρχαίος [[επικός]] [[ιωνικός]] [[τύπος]] που αντιστοιχεί [[προς]] τον αρχ. ινδ. <i>jihma</i>- «[[επικλινής]], [[λοξός]]», παρ' όλο που υπάρχουν φωνολογικές δυσκολίες για τις οποίες έχουν διατυπωθεί δύο υποθέσεις. Σύμφωνα με την πρώτη το ελληνικό -<i>ο</i>- ή αποτελεί την ασθενή [[βαθμίδα]] του αρχ. ινδ. -<i>i</i>- ή προήλθε με [[αφομοίωση]] από το <i>δαχ</i>-<i>μός</i>. Σύμφωνα με τη δεύτερη το -<i>j</i>- που υπάρχει στον αρχ. ινδ. τύπο <i>jihma</i>- προήλθε από -<i>d</i>- με [[αφομοίωση]].<br /><b><span style="color: brown;">ΠΑΡ.</span></b> <b>αρχ.</b> [[δοχμή]] και <i>δόχμη</i>, [[δόχμιος]].<br /><b><span style="color: brown;">ΣΥΝΘ.</span></b> <b>αρχ.</b> [[δοχμόλοφος]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''δοχμός:''' -όν, [[πλάγιος]], [[λοξός]], Λατ. [[obliquus]], <i>δοχμὼ ἀΐσσοντε</i>, ορμώντας [[πλαγίως]], σε Ομήρ. Ιλ. (αμφίβ. προέλ.).
}}
}}