ὑπόδικος: Difference between revisions

6
(43)
(6)
Line 27: Line 27:
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο / [[ὑπόδικος]], -ον, ΝΑ- [[πρόσωπο]] [[εναντίον]] του οποίου έχει απαγγελθεί [[κατηγορία]] από μια δικαστική [[αρχή]], [[αλλά]] δεν έχει δικαστεί [[ακόμη]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />αυτός που βαρύνεται με κατηγορίες, που [[είναι]] [[κατηγορούμενος]] ή θεωρείται [[υπεύθυνος]] για [[κάτι]], [[υπόλογος]] («[[είναι]] υπόδικοι στη [[συνείδηση]] του λαού»)<br /><b>αρχ.</b><br />αυτός που [[είναι]] απόλυτα εξαρτημένος από κάποιον.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ὑπ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>δικος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[δίκη]]), <b>πρβλ.</b> [[κατά]]-<i>δικος</i>].
|mltxt=-η, -ο / [[ὑπόδικος]], -ον, ΝΑ- [[πρόσωπο]] [[εναντίον]] του οποίου έχει απαγγελθεί [[κατηγορία]] από μια δικαστική [[αρχή]], [[αλλά]] δεν έχει δικαστεί [[ακόμη]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />αυτός που βαρύνεται με κατηγορίες, που [[είναι]] [[κατηγορούμενος]] ή θεωρείται [[υπεύθυνος]] για [[κάτι]], [[υπόλογος]] («[[είναι]] υπόδικοι στη [[συνείδηση]] του λαού»)<br /><b>αρχ.</b><br />αυτός που [[είναι]] απόλυτα εξαρτημένος από κάποιον.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ὑπ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>δικος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[δίκη]]), <b>πρβλ.</b> [[κατά]]-<i>δικος</i>].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ὑπόδῐκος:''' -ον ([[δίκη]]), αυτός που οδηγήθηκε σε [[δίκη]] ή ο υποκείμενος σε [[δίκη]], σε Λυσ. κ.λπ.· <i>τινος</i>, για [[κάτι]], σε Αισχύλ., Ρήτ.· [[ὑπό]]-[[δικός]] τινι, υποκείμενος σε [[μήνυση]], [[αγωγή]] από κάποιον, σε Δημ. κ.λπ.
}}
}}