οὔρειος: Difference between revisions

5
(30)
(5)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=<b>(I)</b><br />[[οὔρειος]], -είη, -ον (Α)<br />(<b>ποιητ. τ.</b>) <b>βλ.</b> <i>όρειος</i>.———————— <b>(II)</b><br />[[οὔρειος]], -εία, -ον (Α) [[ούρον]]<br />αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στα [[ούρα]].
|mltxt=<b>(I)</b><br />[[οὔρειος]], -είη, -ον (Α)<br />(<b>ποιητ. τ.</b>) <b>βλ.</b> <i>όρειος</i>.———————— <b>(II)</b><br />[[οὔρειος]], -εία, -ον (Α) [[ούρον]]<br />αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στα [[ούρα]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''οὔρειος:''' -η, -ον, Ιων. και Επικ. αντί [[ὄρειος]].
}}
}}