3,270,341
edits
(9) |
(3) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[δέραιον]], το (Α)<br /><b>1.</b> [[περιδέραιο]]<br /><b>2.</b> [[περιλαίμιο]] («κυνῶν δὲ [[κόσμος]] δέραια, ἰμάντες», <b>Ξεν.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Η λ. [[δέραιον]] κατ' απόσπασιν από το σύνθετο [[περιδέραιον]], του οποίου αποτελούσε το β' συνθετικό]. | |mltxt=[[δέραιον]], το (Α)<br /><b>1.</b> [[περιδέραιο]]<br /><b>2.</b> [[περιλαίμιο]] («κυνῶν δὲ [[κόσμος]] δέραια, ἰμάντες», <b>Ξεν.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Η λ. [[δέραιον]] κατ' απόσπασιν από το σύνθετο [[περιδέραιον]], του οποίου αποτελούσε το β' συνθετικό]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''δέραιον:''' τό ([[δέρη]]), [[περιδέραιο]], [[κολιέ]], σε Ευρ.· περιτραχήλιο, [[λαιμαριά]], σε Ξεν. | |||
}} | }} |