3,277,169
edits
(9) |
(4) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[δύσαρκτος]], -ον (Α)<br />αυτός που δύσκολα κυβερνιέται («[[φρένες]] δύσαρκτοι»). | |mltxt=[[δύσαρκτος]], -ον (Α)<br />αυτός που δύσκολα κυβερνιέται («[[φρένες]] δύσαρκτοι»). | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''δύσαρκτος:''' -ον ([[ἄρχω]]), αυτός που δύσκολα κυβερνιέται, άρχεται, σε Αισχύλ., Πλάτ. | |||
}} | }} |