Anonymous

Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

δύσαρκτος: Difference between revisions

From LSJ
4
(9)
(4)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[δύσαρκτος]], -ον (Α)<br />αυτός που δύσκολα κυβερνιέται («[[φρένες]] δύσαρκτοι»).
|mltxt=[[δύσαρκτος]], -ον (Α)<br />αυτός που δύσκολα κυβερνιέται («[[φρένες]] δύσαρκτοι»).
}}
{{lsm
|lsmtext='''δύσαρκτος:''' -ον ([[ἄρχω]]), αυτός που δύσκολα κυβερνιέται, άρχεται, σε Αισχύλ., Πλάτ.
}}
}}