δωδεκάδωρος: Difference between revisions

4
(10)
(4)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[δωδεκάδωρος]], -ον (Α)<br /><b>φρ.</b> «κέρα δωδεκάδωρα» — κέρατα μήκους [[δώδεκα]] παλαμών.
|mltxt=[[δωδεκάδωρος]], -ον (Α)<br /><b>φρ.</b> «κέρα δωδεκάδωρα» — κέρατα μήκους [[δώδεκα]] παλαμών.
}}
{{lsm
|lsmtext='''δωδεκάδωρος:''' -ον ([[δῶρον]] II), αυτός που έχει [[μήκος]] ίσο με [[δώδεκα]] παλάμες, σε Ανθ.
}}
}}