ἐκφλαυρίζω: Difference between revisions

4
(11)
(4)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἐκφλαυρίζω]] (Α)<br />[[εκφαυλίζω]], [[εξευτελίζω]], [[καθιστώ]] [[κάτι]] μηδαμινό, ανάξιο λόγου.
|mltxt=[[ἐκφλαυρίζω]] (Α)<br />[[εκφαυλίζω]], [[εξευτελίζω]], [[καθιστώ]] [[κάτι]] μηδαμινό, ανάξιο λόγου.
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἐκφλαυρίζω:''' Αττ. αντί [[ἐκφαυλίζω]], σε Πλούτ.
}}
}}