ἕσπερος: Difference between revisions

4
(14)
(4)
Line 27: Line 27:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἕσπερος]], -ον, θηλ. και [[ἑσπέρα]] (Α)<br /><b>1.</b> ο [[εσπερινός]], ο [[βραδινός]] («[[ἕσπερος]] [[ἀστήρ]]», <b>Ομ. Ιλ.</b>)<br /><b>2.</b> αυτός που βρίσκεται [[προς]] τα δυτικά («ἕσπεροι τόποι», <b>Καλλ.</b>)<br /><b>3.</b> <b>το αρσ. ως ουσ.</b> <i>ὁ [[ἕσπερος]]<br />α) (ενν. [[αστήρ]]) ο [[πλανήτης]] [[Αφροδίτη]]<br />β) η [[εσπέρα]], το [[βράδυ]] («[[μέλας]] ἐπί [[ἕσπερος]] ἧλθε», <b>Ομ. Οδ.</b>)<br /><b>4.</b> <b>το θηλ. ως ουσ.</b> <i>ἡ [[ἕσπερος]]<br />α) (ενν. <i>γη</i>) αυτή που βρίσκεται [[προς]] τα δυτικά («ἀφ' ἑσπέρου», <b>Καλλ.</b>)<br />β) το [[βράδι]], η βραδινή ὥρα («ἐρεμνὴ [[ἕσπερος]]», Απολλ. Ρόδ.)<br /><b>5.</b> <b>φρ.</b> α) «[[ἕσπερος]] [[θεός]]» — ο [[θεός]] του σκότους, ο Άδης ή ο [[θάνατος]]<br />β) (για [[ηλικία]]) «τί δ' ἕσπερός ἐστι γυναικῶν» — [[ποιά]] [[είναι]] η ώριμη [[ηλικία]] για τις γυναίκες<br />γ) «ἑσπέρου [[κέρας]]» — [[ακρωτήριο]] της Αφρικής.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Βλ. λ. [[εσπέρα]]].
|mltxt=[[ἕσπερος]], -ον, θηλ. και [[ἑσπέρα]] (Α)<br /><b>1.</b> ο [[εσπερινός]], ο [[βραδινός]] («[[ἕσπερος]] [[ἀστήρ]]», <b>Ομ. Ιλ.</b>)<br /><b>2.</b> αυτός που βρίσκεται [[προς]] τα δυτικά («ἕσπεροι τόποι», <b>Καλλ.</b>)<br /><b>3.</b> <b>το αρσ. ως ουσ.</b> <i>ὁ [[ἕσπερος]]<br />α) (ενν. [[αστήρ]]) ο [[πλανήτης]] [[Αφροδίτη]]<br />β) η [[εσπέρα]], το [[βράδυ]] («[[μέλας]] ἐπί [[ἕσπερος]] ἧλθε», <b>Ομ. Οδ.</b>)<br /><b>4.</b> <b>το θηλ. ως ουσ.</b> <i>ἡ [[ἕσπερος]]<br />α) (ενν. <i>γη</i>) αυτή που βρίσκεται [[προς]] τα δυτικά («ἀφ' ἑσπέρου», <b>Καλλ.</b>)<br />β) το [[βράδι]], η βραδινή ὥρα («ἐρεμνὴ [[ἕσπερος]]», Απολλ. Ρόδ.)<br /><b>5.</b> <b>φρ.</b> α) «[[ἕσπερος]] [[θεός]]» — ο [[θεός]] του σκότους, ο Άδης ή ο [[θάνατος]]<br />β) (για [[ηλικία]]) «τί δ' ἕσπερός ἐστι γυναικῶν» — [[ποιά]] [[είναι]] η ώριμη [[ηλικία]] για τις γυναίκες<br />γ) «ἑσπέρου [[κέρας]]» — [[ακρωτήριο]] της Αφρικής.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Βλ. λ. [[εσπέρα]]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἕσπερος:''' -ον,<br /><b class="num">I. 1.</b> [[εσπερινός]] ή [[βραδινός]], [[νυχτερινός]], ἕ. [[ἀστήρ]], [[αποσπερίτης]], σε Ομήρ. Ιλ.· ως ουσ., [[χωρίς]] το [[ἀστήρ]], [[Έσπερος]], [[ιδίως]] λέγεται για τον πλανήτη [[Αφροδίτη]], σε Ευρ., Βίωνα· [[αλλά]], ἕσπ. [[θεός]], ο [[θεός]] του σκότους, δηλ. ο Άδης, ο [[Θάνατος]], σε Σοφ.<br /><b class="num">2.</b> ως ουσ., [[βράδυ]] (βλ. [[ἑσπέρα]]), ἐπὶ [[ἕσπερος]] ἦλθε, σε Ομήρ. Οδ.· [[ποτὶ]] ἕσπερον, προς το [[βραδάκι]], σε Ησίοδ.· επίσης, ετερογεν. πληθ., [[ποτὶ]] ἕσπερα, σε Ομήρ. Οδ.<br /><b class="num">II.</b> [[δυτικός]], σε Αισχύλ., Σοφ.
}}
}}