Anonymous

ἕσπερος: Difference between revisions

From LSJ
14
(SL_1)
(14)
Line 24: Line 24:
{{Slater
{{Slater
|sltr=[[ἕσπερος]], [[ἑσπέριος]] <br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>1</b> [[evening]] ἐν δ' ἕσπερον ἔφλεξεν εὐώπιδος σελάνας ἐρατὸν [[φάος]] (O. 10.73) παρθένοι φιλέοισιν ἑταῖραι ἑσπερίαις ὑποκουρίζεσθ' ἀοιδαῖς (P. 3.19) παρὰ Κασταλίαν τε Χαρίτων [[ἑσπέριος]] ὁμάδῳ φλέγεν (sc. Καλλίας) (N. 6.38)
|sltr=[[ἕσπερος]], [[ἑσπέριος]] <br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>1</b> [[evening]] ἐν δ' ἕσπερον ἔφλεξεν εὐώπιδος σελάνας ἐρατὸν [[φάος]] (O. 10.73) παρθένοι φιλέοισιν ἑταῖραι ἑσπερίαις ὑποκουρίζεσθ' ἀοιδαῖς (P. 3.19) παρὰ Κασταλίαν τε Χαρίτων [[ἑσπέριος]] ὁμάδῳ φλέγεν (sc. Καλλίας) (N. 6.38)
}}
{{grml
|mltxt=[[ἕσπερος]], -ον, θηλ. και [[ἑσπέρα]] (Α)<br /><b>1.</b> ο [[εσπερινός]], ο [[βραδινός]] («[[ἕσπερος]] [[ἀστήρ]]», <b>Ομ. Ιλ.</b>)<br /><b>2.</b> αυτός που βρίσκεται [[προς]] τα δυτικά («ἕσπεροι τόποι», <b>Καλλ.</b>)<br /><b>3.</b> <b>το αρσ. ως ουσ.</b> <i>ὁ [[ἕσπερος]]<br />α) (ενν. [[αστήρ]]) ο [[πλανήτης]] [[Αφροδίτη]]<br />β) η [[εσπέρα]], το [[βράδυ]] («[[μέλας]] ἐπί [[ἕσπερος]] ἧλθε», <b>Ομ. Οδ.</b>)<br /><b>4.</b> <b>το θηλ. ως ουσ.</b> <i>ἡ [[ἕσπερος]]<br />α) (ενν. <i>γη</i>) αυτή που βρίσκεται [[προς]] τα δυτικά («ἀφ' ἑσπέρου», <b>Καλλ.</b>)<br />β) το [[βράδι]], η βραδινή ὥρα («ἐρεμνὴ [[ἕσπερος]]», Απολλ. Ρόδ.)<br /><b>5.</b> <b>φρ.</b> α) «[[ἕσπερος]] [[θεός]]» — ο [[θεός]] του σκότους, ο Άδης ή ο [[θάνατος]]<br />β) (για [[ηλικία]]) «τί δ' ἕσπερός ἐστι γυναικῶν» — [[ποιά]] [[είναι]] η ώριμη [[ηλικία]] για τις γυναίκες<br />γ) «ἑσπέρου [[κέρας]]» — [[ακρωτήριο]] της Αφρικής.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Βλ. λ. [[εσπέρα]]].
}}
}}