ζώνη: Difference between revisions

2,059 bytes added ,  30 December 2018
4
(16)
(4)
Line 30: Line 30:
{{grml
{{grml
|mltxt=η (AM [[ζώνη]])<br /><b>1.</b> [[ταινία]] από [[δέρμα]] ή ύφασμα ή [[πλέγμα]] κ.λπ., η οποία περιβάλλει τη [[μέση]] για να συγκρατεί το [[φόρεμα]] ή για να αναρτάται από αυτήν κάποιο [[αντικείμενο]], π.χ. [[ξίφος]], ή για να χρησιμεύει ως απλό [[στολίδι]], αλλ. [[ζωστήρας]]<br /><b>2.</b> <b>συνεκδ.</b> η [[ίδια]] η [[μέση]], η οσφυϊκή [[χώρα]]<br /><b>3.</b> <b>γεωγρ.</b> καθένα από τα [[πέντε]] τμήματα της γήινης επιφάνειας που καθορίζονται από τους πόλους, τους πολικούς κύκλους και τον ισημερινό (α. «κατεψυγμένες ζώνες» — οι ζώνες που σχηματίζονται [[μεταξύ]] [[κάθε]] πόλου και του αντίστοιχου πολικού κύκλου» β. «εύκρατες ζώνες» — οι ζώνες που σχηματίζονται [[μεταξύ]] [[κάθε]] πολικού και του αντίστοιχου τροπικού κύκλου<br />γ. «διακεκαυμένη [[ζώνη]]» — η [[ζώνη]] που περιλαμβάνεται [[μεταξύ]] τών δύο τροπικών κύκλων και εκτείνεται [[εκατέρωθεν]] του ισημερινού)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[καθετί]] που μοιάζει με [[ζώνη]], [[δακτύλιος]] (α. «[[ζώνη]] [[πυρός]]» β. «[[ζώνη]] οβίδας» γ. «οι αστυνομικοί σχημάτισαν [[ζώνη]] [[γύρω]] από το [[κτήριο]]»)<br /><b>2.</b> <b>εκκλ.</b> το άμφιο τών πρεσβυτέρων και τών επισκόπων που αποτελείται από χρυσοκέντητη υφασμάτινη [[λωρίδα]], η οποία φοριέται [[γύρω]] από τη [[μέση]] [[μετά]] το στιχάρι και συμβολίζει την ετοιμότητά τους για [[συμμετοχή]] στη [[θεία]] [[λειτουργία]]<br /><b>3.</b> <b>μαθ.</b> [[μέρος]] της επιφάνειας στερεού σώματος που περιλαμβάνεται [[μεταξύ]] δύο παράλληλων τομών της («σφαιρική [[ζώνη]]» — το [[τμήμα]] της επιφάνειας μιας σφαίρας που περιέχεται [[μεταξύ]] δύο παράλληλων επιπέδων που τέμνουν τη [[σφαίρα]])<br /><b>4.</b> σκοτεινή [[ταινία]] που παρατηρείται στην [[επιφάνεια]] ενός ουράνιου σώματος (του Ηλίου, του [[Διός]], του Κρόνου <b>κ.λπ.</b>)<br /><b>5.</b> <b>μτφ.</b> [[επιμήκης]] [[περιοχή]] της γης που χαρακτηρίζεται από τον σχηματισμό ή την ύπαρξη σε αυτήν ορισμένων οργανικών ή ανόργανων όντων (α. «[[ζώνη]] λιμνών» β. «[[ζώνη]] δασών» γ. «ορεινή [[ζώνη]]» δ. «[[ζώνη]] του άνθρακα» <b>κ.λπ.</b>)<br /><b>6.</b> <b>ιατρ.</b> α) δερματική [[νόσος]] που περιβάλλει [[ολόκληρο]] το [[σώμα]] σαν [[ζώνη]], έρπητας<br />β) [[ζωνοειδής]] [[κατασκευή]] που χρησιμοποιείται [[είτε]] για συντηρητική [[αντιμετώπιση]] διαφόρων παθήσεων ή καταστάσεων [[είτε]] για [[στήριξη]] ή [[συγκράτηση]] διαφόρων περιοχών ή οργάνων του σώματος (i. «ορθοπεδικές ζώνες» ii. «μετεγχειρητικές ζώνες» iii. «[[ζώνη]] λοχείας» iv. «[[ζώνη]] εγκυμοσύνης» v. «[[ζώνη]] κοιλίας»)<br /><b>7.</b> [[ονομασία]] περιοχών της γήινης σφαίρας οι οποίες εκτείνονται [[κατά]] [[μήκος]] τών παραλλήλων (κύκλων της γης)<br /><b>8.</b> <b>γεωλ.</b> [[τμήμα]] της βαθμίδας που περιλαμβάνει τις αποθέσεις οι οποίες σχηματίστηκαν ταυτόχρονα σε μια [[συγκέντρωση]] χαρακτηριστικών απολιθωμάτων<br /><b>9.</b> <b>στρ.</b> [[περιοχή]] της ξηράς, της θάλασσας ή του εναέριου χώρου, [[μέσα]] στα εθνικά όρια, η οποία καθορίζεται από τα [[μέτρα]] που λαμβάνονται [[κατά]] την [[προπαρασκευή]] του κράτους για πόλεμο (α. «[[ζώνη]] μάχης» β. «[[ζώνη]] ρίψης»)<br /><b>10.</b> <b>φρ.</b> α) «ζώνες ουρανού» — νοητά τμήματα της ουράνιας σφαίρας τα οποία περιλαμβάνονται [[μεταξύ]] παράλληλων κύκλων και χρησιμεύουν για τον προσδιορισμό της θέσης τών απλανών αστέρων [[μέσα]] σε αυτά<br />β) «[[ζώνη]] υγειονομική» — [[σειρά]] φυλακίων που παρεμποδίζουν την [[επικοινωνία]] με κάποια [[χώρα]] για να αποφευχθεί η [[μετάδοση]] μιας επιδημίας<br />γ) «[[ζώνη]] επιχειρήσεων» — [[περιοχή]] όπου διεξάγονται πολεμικές επιχειρήσεις<br />δ) «στρατιωτική [[ζώνη]]» — [[έκταση]] που κατέχεται από στρατεύματα<br />ε) «μεθοριακή [[ζώνη]]» — [[λωρίδα]] εδάφους με ορισμένο [[πλάτος]] η οποία εκτείνεται [[κατά]] [[μήκος]] και [[εκατέρωθεν]] της συνοριακής γραμμής<br />στ) «ουδέτερη [[ζώνη]]» — η [[ζώνη]] που καθορίζεται με [[κοινή]] [[συμφωνία]] δύο αντίπαλων στρατευμάτων και την οποία αυτά [[είναι]] υποχρεωμένα να μην παραβιάζουν<br />ζ) «αιγιαλίτιδα [[ζώνη]]» — [[θαλάσσιος]] [[χώρος]] που μεσολαβεί [[ανάμεσα]] στην ανοιχτή [[θάλασσα]] και στο χερσαίο [[τμήμα]] της επικράτειας [[μαζί]] με τον αντίστοιχο εναέριο χώρο, τον θαλάσσιο βυθό και το θαλάσσιο [[υπέδαφος]]<br />η) «[[ζώνη]] παλτού» — [[λωρίδα]] που [[είτε]] [[είναι]] ραμμένη στο [[πίσω]] [[μέρος]] του επενδύτη, [[χωρίς]] να περιβάλλει ολόκληρη τη [[μέση]], [[είτε]] [[είναι]] ξεχωριστή, περιβάλλει τη [[μέση]] και οι άκρες της προσδένονται ή ενώνονται με [[πόρπη]] στο εμπρόσθιο [[μέρος]] του επενδύτη<br />θ) «[[ζώνη]] σωτηρίας» ή «σωσίβια [[ζώνη]]» — σωσίβιο<br />ι) <b>διεθν. δίκ.</b> «ελεύθερη [[ζώνη]]» — ο [[ελεύθερος]] [[τελωνειακός]] [[χώρος]] σε μεγάλα λιμάνια, αεροδρόμια ή σιδηροδρομικούς κόμβους, όπου η [[διακίνηση]] ξένων εμπορευμάτων δεν υπόκειται σε δασμούς και τελωνειακές διατυπώσεις<br />ια) <b>βοτ.</b> «[[ζώνη]] αποκοπής» — εξειδικευμένη [[ζώνη]] λεπτότατων κυττάρων η οποία εκτείνεται εγκάρσια στη [[βάση]] του μίσχου ενός φύλλου ή ενός καρπού<br />ιβ) «[[ζώνη]] ελεύθερων συναλλαγών» — η [[περιοχή]] [[μέσα]] στην οποία [[είναι]] ελεύθερη η [[διακίνηση]] εμπορευμάτων, [[χωρίς]] δασμούς ή άλλα ισοδύναμου αποτελέσματος εμπόδια<br />ιγ) «[[ζώνη]] τελωνειακή» — η [[περιοχή]] δικαιοδοσίας τών τελωνείων μιας χώρας, η οποία περιλαμβάνει όλη την εδαφική της [[έκταση]] [[μέσα]] στα σύνορά της με τις άλλες χώρες, [[καθώς]] και ορισμένη θαλάσσια [[έκταση]] που απλώνεται από τις ακτές [[μέχρι]] την ανοιχτή [[θάλασσα]]<br />ιδ) <b>βοτ.-οικολ.</b> «ζώνες βλάστησης» — ζώνες της γήινης σφαίρας παράλληλες [[προς]] τον ισημερινό που δείχνουν τη [[μεταβολή]] της βλάστησης σε [[συνάρτηση]] με το γεωγραφικό [[πλάτος]] και αντιστοιχούν στις κλιματικές ζώνες<br />ιε) «ζώνες βροχής» — [[τύπος]] βροχοπτώσεων ή άλλων κατακρημνισμάτων που επαναλαμβάνεται κανονικά [[κάθε]] χρόνο ή σε ορισμένη [[εποχή]] σε κάποια συγκεκριμένη [[περιοχή]] ή [[τοποθεσία]]<br />ιστ) «[[ζώνη]] ασφαλείας»<br />i. [[ιμάντας]] που συγκρατεί το [[σώμα]] του επιβάτη σε ένα κινούμενο όχημα και εμποδίζει την εκτόξευσή του έξω από το όχημα ή την πρόσκρουσή του στο εσωτερικό του οχήματος σε αιφνίδια [[επιβράδυνση]] ή [[ακινητοποίηση]]<br />ii) <b>στρ.</b> περιορισμένη [[περιοχή]] όπου προστατεύονται οι φίλιες δυνάμεις που δεν έχουν εμπλακεί [[ακόμη]] σε πολεμικές επιχειρήσεις<br /><b>νεοελλ.-μσν.</b><br /><b>φρ.</b> «[[ζώνη]] αγνείας ή αγνότητας» — [[κατά]] τον δυτικό μεσαίωνα σιδερένιο [[πλέγμα]] που περιέβαλλε τη [[λεκάνη]] της γυναίκας, για να διαφυλάσσει την [[τιμή]] της, όταν ο [[σύζυγος]] έλειπε σε μακρινές εκστρατείες<br /><b>μσν.</b><br />μια από τις περιοχές του ουρανού, όπως τον διαιρούσαν με παράλληλους κύκλους οι αποκρυφιστές<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[ταινία]], [[ζωστήρας]] που φορούσαν οι γυναίκες [[γύρω]] από τη [[μέση]] και [[πάνω]] από τον οποίο έπεφτε το πέπλο σχηματίζοντας πτυχές<br /><b>2.</b> τα έξοδα του στολισμού ή της ικανοποίησης άλλων μικρότερων αναγκών τών Περσίδων βασιλισσών, στις οποίες χαρίζονταν τα κρατικά έσοδα από πόλεις γι' αυτόν τον σκοπό<br /><b>3.</b> <b>συνεκδ.</b> η [[χώρα]] ή η [[πόλη]] της οποίας τα έσοδα χαρίζονταν στις Περσίδες βασίλισσες<br /><b>4.</b> [[εκστρατεία]] («οἱ ἐν [[ζώνη]]» — αυτοί που βρίσκονται σε [[εκστρατεία]], οι στρατιωτικοί)<br /><b>5.</b> <b>μτφ.</b> [[δύναμη]]<br /><b>6.</b> μία από τις πλανητικές σφαίρες<br /><b>7.</b> <b>αστρολ.</b> [[ζώδιο]]<br /><b>8.</b> <b>αρχιτ.</b> [[διάζωμα]]<br /><b>9.</b> <b>στον πληθ.</b> <i>αί ζώναι</i><br />α) οι ραβδώσεις του ψαριού<br />β) [[τάξη]] θείων όντων που προΐστανται τών ζωνών του κόσμου ή [[είναι]] ζωσμένα με τις ζώνες αυτές<br /><b>10.</b> <b>συνεκδ.</b> [[γάμος]], γενετήσια [[επαφή]]<br /><b>11.</b> <b>φρ.</b> α) (για άνδρα) «λύω τήν παρθενίην ζώνην» ή «λύω τὴν ζώνην» — [[έρχομαι]] σε σαρκική [[επαφή]]<br />β) (για [[γυναίκα]]) «λύομαι ζώνην» — [[συνευρίσκομαι]] με άνδρα<br />γ) (για [[γυναίκα]] που πρόκειται να γεννήσει) «λύω τὴν ζώνην» ή «ἀπολύομαι τὴν ζώνην» ή «κατατίθεμαι τὴν ζώνην» — [[λύνω]] τη [[ζώνη]] για τον τοκετό<br />δ) (για άνδρα που βρίσκεται σε [[πορεία]]) «λύω ζώνην» — [[χαλαρώνω]] τη [[ζώνη]], [[δηλαδή]] [[σταματώ]] για [[ανάπαυση]], [[καταλύω]]<br />ε) (για έγκυο [[γυναίκα]]) i) «ἐξ οὗ τέκνων ἤνεγχ' ὑπὸ ζώνην [[βάρος]]» — [[αφότου]] έμεινε [[έγκυος]]<br />ii) «ὑπὸ [[ζώνη]] τίθεμαι» — [[μένω]] [[έγκυος]], [[συλλαμβάνω]]<br />iii) «ἐντὸς ζώνης» — [[μέσα]] στην [[κοιλιά]]<br />στ) <b>αστρον.</b> «ἡ [[ζώνη]] τοῡ Ὠρίωνος» — οι [[τρεις]] αστέρες που αποτελούν τη [[ζώνη]] του Ωρίωνα<br />ζ) «τὴν ζώνην ἔχω» — [[εκστρατεύω]]<br />η) «[[παραλύω]] τῆς ζώνης» — μού επιβάλλεται στρατιωτική [[ποινή]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> IE <i>ios</i>-<i>n</i><i>ā</i> και συνδέεται με αρχ. ινδ. <i>r</i><i>ā</i><i>sn</i><i>ā</i> «[[ζώνη]]».<br /><b><span style="color: brown;">ΠΑΡ.</span></b> [[ζωνάρι]] (AM -<i>ριον</i>)<br /><b>αρχ.</b><br />[[ζωναίος]], [[ζώνιον]], [[ζωνίτις]]<br /><b>αρχ.-μσν.</b><br />[[ζωναίος]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[ζωνικός]].<br /><b><span style="color: brown;">ΣΥΝΘ.</span></b> (Α' συνθετικό) [[ζωνιοπλόκος]], [[ζωνοειδής]], [[ζωνοφόρος]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[ζωνοδρακοντίς]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><i>ζωνοσκώληξ</i>, <i>ζωνουρίδαι</i>. (Β' συνθετικό) [[άζωνος]], [[εύζωνος]]<br /><b>αρχ.</b><br /><i>ακροζώνη</i>, [[αλίζωνος]], [[βαθύζωνος]], [[διαζώνη]], [[διχόζωνος]], [[επτάζωνος]], <i>ημίζωνος</i>, [[θωρακοζώνη]], [[ιόζωνος]], [[καλλίζωνος]], [[καρτάζωνος]], [[λαμπρόζωνος]], [[λιπαρόζωνος]], [[λυσίζωνος]], [[μεγαλόζωνος]], [[μελάνζωνος]], [[μονόζωνος]], [[οιόζωνος]], [[ομόζωνος]], [[παραζώνη]], [[πεντάζωνος]], [[πορφυρόζωνος]], <i>πυριδρακοντόζωνος</i>, [[σπειροδρακοντόζωνος]], [[υποζώνη]], [[υψίζωνος]], [[χρυσόζωνος]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><i>ασημοζώνη</i>].
|mltxt=η (AM [[ζώνη]])<br /><b>1.</b> [[ταινία]] από [[δέρμα]] ή ύφασμα ή [[πλέγμα]] κ.λπ., η οποία περιβάλλει τη [[μέση]] για να συγκρατεί το [[φόρεμα]] ή για να αναρτάται από αυτήν κάποιο [[αντικείμενο]], π.χ. [[ξίφος]], ή για να χρησιμεύει ως απλό [[στολίδι]], αλλ. [[ζωστήρας]]<br /><b>2.</b> <b>συνεκδ.</b> η [[ίδια]] η [[μέση]], η οσφυϊκή [[χώρα]]<br /><b>3.</b> <b>γεωγρ.</b> καθένα από τα [[πέντε]] τμήματα της γήινης επιφάνειας που καθορίζονται από τους πόλους, τους πολικούς κύκλους και τον ισημερινό (α. «κατεψυγμένες ζώνες» — οι ζώνες που σχηματίζονται [[μεταξύ]] [[κάθε]] πόλου και του αντίστοιχου πολικού κύκλου» β. «εύκρατες ζώνες» — οι ζώνες που σχηματίζονται [[μεταξύ]] [[κάθε]] πολικού και του αντίστοιχου τροπικού κύκλου<br />γ. «διακεκαυμένη [[ζώνη]]» — η [[ζώνη]] που περιλαμβάνεται [[μεταξύ]] τών δύο τροπικών κύκλων και εκτείνεται [[εκατέρωθεν]] του ισημερινού)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[καθετί]] που μοιάζει με [[ζώνη]], [[δακτύλιος]] (α. «[[ζώνη]] [[πυρός]]» β. «[[ζώνη]] οβίδας» γ. «οι αστυνομικοί σχημάτισαν [[ζώνη]] [[γύρω]] από το [[κτήριο]]»)<br /><b>2.</b> <b>εκκλ.</b> το άμφιο τών πρεσβυτέρων και τών επισκόπων που αποτελείται από χρυσοκέντητη υφασμάτινη [[λωρίδα]], η οποία φοριέται [[γύρω]] από τη [[μέση]] [[μετά]] το στιχάρι και συμβολίζει την ετοιμότητά τους για [[συμμετοχή]] στη [[θεία]] [[λειτουργία]]<br /><b>3.</b> <b>μαθ.</b> [[μέρος]] της επιφάνειας στερεού σώματος που περιλαμβάνεται [[μεταξύ]] δύο παράλληλων τομών της («σφαιρική [[ζώνη]]» — το [[τμήμα]] της επιφάνειας μιας σφαίρας που περιέχεται [[μεταξύ]] δύο παράλληλων επιπέδων που τέμνουν τη [[σφαίρα]])<br /><b>4.</b> σκοτεινή [[ταινία]] που παρατηρείται στην [[επιφάνεια]] ενός ουράνιου σώματος (του Ηλίου, του [[Διός]], του Κρόνου <b>κ.λπ.</b>)<br /><b>5.</b> <b>μτφ.</b> [[επιμήκης]] [[περιοχή]] της γης που χαρακτηρίζεται από τον σχηματισμό ή την ύπαρξη σε αυτήν ορισμένων οργανικών ή ανόργανων όντων (α. «[[ζώνη]] λιμνών» β. «[[ζώνη]] δασών» γ. «ορεινή [[ζώνη]]» δ. «[[ζώνη]] του άνθρακα» <b>κ.λπ.</b>)<br /><b>6.</b> <b>ιατρ.</b> α) δερματική [[νόσος]] που περιβάλλει [[ολόκληρο]] το [[σώμα]] σαν [[ζώνη]], έρπητας<br />β) [[ζωνοειδής]] [[κατασκευή]] που χρησιμοποιείται [[είτε]] για συντηρητική [[αντιμετώπιση]] διαφόρων παθήσεων ή καταστάσεων [[είτε]] για [[στήριξη]] ή [[συγκράτηση]] διαφόρων περιοχών ή οργάνων του σώματος (i. «ορθοπεδικές ζώνες» ii. «μετεγχειρητικές ζώνες» iii. «[[ζώνη]] λοχείας» iv. «[[ζώνη]] εγκυμοσύνης» v. «[[ζώνη]] κοιλίας»)<br /><b>7.</b> [[ονομασία]] περιοχών της γήινης σφαίρας οι οποίες εκτείνονται [[κατά]] [[μήκος]] τών παραλλήλων (κύκλων της γης)<br /><b>8.</b> <b>γεωλ.</b> [[τμήμα]] της βαθμίδας που περιλαμβάνει τις αποθέσεις οι οποίες σχηματίστηκαν ταυτόχρονα σε μια [[συγκέντρωση]] χαρακτηριστικών απολιθωμάτων<br /><b>9.</b> <b>στρ.</b> [[περιοχή]] της ξηράς, της θάλασσας ή του εναέριου χώρου, [[μέσα]] στα εθνικά όρια, η οποία καθορίζεται από τα [[μέτρα]] που λαμβάνονται [[κατά]] την [[προπαρασκευή]] του κράτους για πόλεμο (α. «[[ζώνη]] μάχης» β. «[[ζώνη]] ρίψης»)<br /><b>10.</b> <b>φρ.</b> α) «ζώνες ουρανού» — νοητά τμήματα της ουράνιας σφαίρας τα οποία περιλαμβάνονται [[μεταξύ]] παράλληλων κύκλων και χρησιμεύουν για τον προσδιορισμό της θέσης τών απλανών αστέρων [[μέσα]] σε αυτά<br />β) «[[ζώνη]] υγειονομική» — [[σειρά]] φυλακίων που παρεμποδίζουν την [[επικοινωνία]] με κάποια [[χώρα]] για να αποφευχθεί η [[μετάδοση]] μιας επιδημίας<br />γ) «[[ζώνη]] επιχειρήσεων» — [[περιοχή]] όπου διεξάγονται πολεμικές επιχειρήσεις<br />δ) «στρατιωτική [[ζώνη]]» — [[έκταση]] που κατέχεται από στρατεύματα<br />ε) «μεθοριακή [[ζώνη]]» — [[λωρίδα]] εδάφους με ορισμένο [[πλάτος]] η οποία εκτείνεται [[κατά]] [[μήκος]] και [[εκατέρωθεν]] της συνοριακής γραμμής<br />στ) «ουδέτερη [[ζώνη]]» — η [[ζώνη]] που καθορίζεται με [[κοινή]] [[συμφωνία]] δύο αντίπαλων στρατευμάτων και την οποία αυτά [[είναι]] υποχρεωμένα να μην παραβιάζουν<br />ζ) «αιγιαλίτιδα [[ζώνη]]» — [[θαλάσσιος]] [[χώρος]] που μεσολαβεί [[ανάμεσα]] στην ανοιχτή [[θάλασσα]] και στο χερσαίο [[τμήμα]] της επικράτειας [[μαζί]] με τον αντίστοιχο εναέριο χώρο, τον θαλάσσιο βυθό και το θαλάσσιο [[υπέδαφος]]<br />η) «[[ζώνη]] παλτού» — [[λωρίδα]] που [[είτε]] [[είναι]] ραμμένη στο [[πίσω]] [[μέρος]] του επενδύτη, [[χωρίς]] να περιβάλλει ολόκληρη τη [[μέση]], [[είτε]] [[είναι]] ξεχωριστή, περιβάλλει τη [[μέση]] και οι άκρες της προσδένονται ή ενώνονται με [[πόρπη]] στο εμπρόσθιο [[μέρος]] του επενδύτη<br />θ) «[[ζώνη]] σωτηρίας» ή «σωσίβια [[ζώνη]]» — σωσίβιο<br />ι) <b>διεθν. δίκ.</b> «ελεύθερη [[ζώνη]]» — ο [[ελεύθερος]] [[τελωνειακός]] [[χώρος]] σε μεγάλα λιμάνια, αεροδρόμια ή σιδηροδρομικούς κόμβους, όπου η [[διακίνηση]] ξένων εμπορευμάτων δεν υπόκειται σε δασμούς και τελωνειακές διατυπώσεις<br />ια) <b>βοτ.</b> «[[ζώνη]] αποκοπής» — εξειδικευμένη [[ζώνη]] λεπτότατων κυττάρων η οποία εκτείνεται εγκάρσια στη [[βάση]] του μίσχου ενός φύλλου ή ενός καρπού<br />ιβ) «[[ζώνη]] ελεύθερων συναλλαγών» — η [[περιοχή]] [[μέσα]] στην οποία [[είναι]] ελεύθερη η [[διακίνηση]] εμπορευμάτων, [[χωρίς]] δασμούς ή άλλα ισοδύναμου αποτελέσματος εμπόδια<br />ιγ) «[[ζώνη]] τελωνειακή» — η [[περιοχή]] δικαιοδοσίας τών τελωνείων μιας χώρας, η οποία περιλαμβάνει όλη την εδαφική της [[έκταση]] [[μέσα]] στα σύνορά της με τις άλλες χώρες, [[καθώς]] και ορισμένη θαλάσσια [[έκταση]] που απλώνεται από τις ακτές [[μέχρι]] την ανοιχτή [[θάλασσα]]<br />ιδ) <b>βοτ.-οικολ.</b> «ζώνες βλάστησης» — ζώνες της γήινης σφαίρας παράλληλες [[προς]] τον ισημερινό που δείχνουν τη [[μεταβολή]] της βλάστησης σε [[συνάρτηση]] με το γεωγραφικό [[πλάτος]] και αντιστοιχούν στις κλιματικές ζώνες<br />ιε) «ζώνες βροχής» — [[τύπος]] βροχοπτώσεων ή άλλων κατακρημνισμάτων που επαναλαμβάνεται κανονικά [[κάθε]] χρόνο ή σε ορισμένη [[εποχή]] σε κάποια συγκεκριμένη [[περιοχή]] ή [[τοποθεσία]]<br />ιστ) «[[ζώνη]] ασφαλείας»<br />i. [[ιμάντας]] που συγκρατεί το [[σώμα]] του επιβάτη σε ένα κινούμενο όχημα και εμποδίζει την εκτόξευσή του έξω από το όχημα ή την πρόσκρουσή του στο εσωτερικό του οχήματος σε αιφνίδια [[επιβράδυνση]] ή [[ακινητοποίηση]]<br />ii) <b>στρ.</b> περιορισμένη [[περιοχή]] όπου προστατεύονται οι φίλιες δυνάμεις που δεν έχουν εμπλακεί [[ακόμη]] σε πολεμικές επιχειρήσεις<br /><b>νεοελλ.-μσν.</b><br /><b>φρ.</b> «[[ζώνη]] αγνείας ή αγνότητας» — [[κατά]] τον δυτικό μεσαίωνα σιδερένιο [[πλέγμα]] που περιέβαλλε τη [[λεκάνη]] της γυναίκας, για να διαφυλάσσει την [[τιμή]] της, όταν ο [[σύζυγος]] έλειπε σε μακρινές εκστρατείες<br /><b>μσν.</b><br />μια από τις περιοχές του ουρανού, όπως τον διαιρούσαν με παράλληλους κύκλους οι αποκρυφιστές<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[ταινία]], [[ζωστήρας]] που φορούσαν οι γυναίκες [[γύρω]] από τη [[μέση]] και [[πάνω]] από τον οποίο έπεφτε το πέπλο σχηματίζοντας πτυχές<br /><b>2.</b> τα έξοδα του στολισμού ή της ικανοποίησης άλλων μικρότερων αναγκών τών Περσίδων βασιλισσών, στις οποίες χαρίζονταν τα κρατικά έσοδα από πόλεις γι' αυτόν τον σκοπό<br /><b>3.</b> <b>συνεκδ.</b> η [[χώρα]] ή η [[πόλη]] της οποίας τα έσοδα χαρίζονταν στις Περσίδες βασίλισσες<br /><b>4.</b> [[εκστρατεία]] («οἱ ἐν [[ζώνη]]» — αυτοί που βρίσκονται σε [[εκστρατεία]], οι στρατιωτικοί)<br /><b>5.</b> <b>μτφ.</b> [[δύναμη]]<br /><b>6.</b> μία από τις πλανητικές σφαίρες<br /><b>7.</b> <b>αστρολ.</b> [[ζώδιο]]<br /><b>8.</b> <b>αρχιτ.</b> [[διάζωμα]]<br /><b>9.</b> <b>στον πληθ.</b> <i>αί ζώναι</i><br />α) οι ραβδώσεις του ψαριού<br />β) [[τάξη]] θείων όντων που προΐστανται τών ζωνών του κόσμου ή [[είναι]] ζωσμένα με τις ζώνες αυτές<br /><b>10.</b> <b>συνεκδ.</b> [[γάμος]], γενετήσια [[επαφή]]<br /><b>11.</b> <b>φρ.</b> α) (για άνδρα) «λύω τήν παρθενίην ζώνην» ή «λύω τὴν ζώνην» — [[έρχομαι]] σε σαρκική [[επαφή]]<br />β) (για [[γυναίκα]]) «λύομαι ζώνην» — [[συνευρίσκομαι]] με άνδρα<br />γ) (για [[γυναίκα]] που πρόκειται να γεννήσει) «λύω τὴν ζώνην» ή «ἀπολύομαι τὴν ζώνην» ή «κατατίθεμαι τὴν ζώνην» — [[λύνω]] τη [[ζώνη]] για τον τοκετό<br />δ) (για άνδρα που βρίσκεται σε [[πορεία]]) «λύω ζώνην» — [[χαλαρώνω]] τη [[ζώνη]], [[δηλαδή]] [[σταματώ]] για [[ανάπαυση]], [[καταλύω]]<br />ε) (για έγκυο [[γυναίκα]]) i) «ἐξ οὗ τέκνων ἤνεγχ' ὑπὸ ζώνην [[βάρος]]» — [[αφότου]] έμεινε [[έγκυος]]<br />ii) «ὑπὸ [[ζώνη]] τίθεμαι» — [[μένω]] [[έγκυος]], [[συλλαμβάνω]]<br />iii) «ἐντὸς ζώνης» — [[μέσα]] στην [[κοιλιά]]<br />στ) <b>αστρον.</b> «ἡ [[ζώνη]] τοῡ Ὠρίωνος» — οι [[τρεις]] αστέρες που αποτελούν τη [[ζώνη]] του Ωρίωνα<br />ζ) «τὴν ζώνην ἔχω» — [[εκστρατεύω]]<br />η) «[[παραλύω]] τῆς ζώνης» — μού επιβάλλεται στρατιωτική [[ποινή]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> IE <i>ios</i>-<i>n</i><i>ā</i> και συνδέεται με αρχ. ινδ. <i>r</i><i>ā</i><i>sn</i><i>ā</i> «[[ζώνη]]».<br /><b><span style="color: brown;">ΠΑΡ.</span></b> [[ζωνάρι]] (AM -<i>ριον</i>)<br /><b>αρχ.</b><br />[[ζωναίος]], [[ζώνιον]], [[ζωνίτις]]<br /><b>αρχ.-μσν.</b><br />[[ζωναίος]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[ζωνικός]].<br /><b><span style="color: brown;">ΣΥΝΘ.</span></b> (Α' συνθετικό) [[ζωνιοπλόκος]], [[ζωνοειδής]], [[ζωνοφόρος]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[ζωνοδρακοντίς]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><i>ζωνοσκώληξ</i>, <i>ζωνουρίδαι</i>. (Β' συνθετικό) [[άζωνος]], [[εύζωνος]]<br /><b>αρχ.</b><br /><i>ακροζώνη</i>, [[αλίζωνος]], [[βαθύζωνος]], [[διαζώνη]], [[διχόζωνος]], [[επτάζωνος]], <i>ημίζωνος</i>, [[θωρακοζώνη]], [[ιόζωνος]], [[καλλίζωνος]], [[καρτάζωνος]], [[λαμπρόζωνος]], [[λιπαρόζωνος]], [[λυσίζωνος]], [[μεγαλόζωνος]], [[μελάνζωνος]], [[μονόζωνος]], [[οιόζωνος]], [[ομόζωνος]], [[παραζώνη]], [[πεντάζωνος]], [[πορφυρόζωνος]], <i>πυριδρακοντόζωνος</i>, [[σπειροδρακοντόζωνος]], [[υποζώνη]], [[υψίζωνος]], [[χρυσόζωνος]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><i>ασημοζώνη</i>].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ζώνη:''' ἡ ([[ζώννυμι]]), [[ζωνάρι]], [[ζώνη]] (ό,τι και στη Ν.Ε.)·<br /><b class="num">I. 1.</b> [[κυρίως]] η [[ζώνη]] που φορούσαν οι γυναίκες [[χαμηλά]] στο [[σώμα]] τους, πάνω από τους γλουτούς (ενώ το [[στρόφιον]], η [[ζώνη]] [[δηλαδή]] που φορούσαν στο πάνω [[μέρος]] του σώματός τους, φοριόταν [[κάτω]] από το [[στήθος]]), σε Όμηρ.<br /><b class="num">2.</b> Φράσεις: <i>λῦσε δὲ παρθενίην ζώνην</i>, χαλάρωσε την [[παρθενική]] της [[ζώνη]], λέγεται για τον γαμπρό, σε Ομήρ. Οδ. — Μέσ., λέγεται για τη [[νύφη]], σε Ανθ.· χρησιμοποιείται για άνδρες που βρίσκονται σε [[πορεία]], <i>ζώνην λύεσθαι</i>, [[χαλαρώνω]] τη [[ζώνη]] μου, δηλ. ξεκουράζομαι, αναπαύομαι, [[καταλύω]], σε Ηρόδ.· λέγεται για τις εγκυμονούσες γυναίκες, <i>φέρειν ὑπὸ ζώνης</i>, <i>τρέφειν ἐντὸς ζώνης</i>, σε Αισχύλ., Ευρ.· <i>εἰς ζώνην δεδόσθαι</i>, παροιμ. [[φράση]], δίδομαι για τα έξοδα της ζώνης, λεγόταν για τις βασίλισσες της Ανατολής στις οποίες για τα μικροέξοδά τους δίδονταν πόλεις ολόκληρες, σε Ξεν.<br /><b class="num">II. 1.</b> [[ζώνη]] που φορούσαν οι άνδρες (στον Όμηρ. κοινώς καλείται [[ζωστήρ]]), σε Ομήρ. Ιλ., Ξεν. κ.λπ.<br /><b class="num">2.</b> [[τμήμα]] του σώματος γύρω από το οποίο περιδενόταν η [[ζώνη]], η [[μέση]], τα [[πλευρά]], η [[οσφύς]], σε Ομήρ. Ιλ.
}}
}}