Κιμωλία: Difference between revisions

5
(Bailly1_3)
(5)
Line 4: Line 4:
{{bailly
{{bailly
|btext=ας;<br /><i>adj. f.</i><br />de Kimolos.<br />'''Étymologie:''' [[Κίμωλος]].
|btext=ας;<br /><i>adj. f.</i><br />de Kimolos.<br />'''Étymologie:''' [[Κίμωλος]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''Κῐμωλία:''' (ενν. <i>γῆ</i>), <i>ἡ</i>, το [[έδαφος]] της Κιμώλου, [[λευκός]] [[πηλός]] από την Κίμωλο Κυκλάδων, ο [[οποίος]] χρησιμοποιούνταν ως [[εναλλακτικός]] του σαπουνιού, στα λουτρά, σε Αριστοφ.
}}
}}