κλαμβός: Difference between revisions

5
(20)
(5)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[κλαμβός]], -ή, -όν (Μ)<br />ακρωτηριασμένος, κολοβωμένος.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αβέβαιης ετυμολ. Συνδέεται πιθ. με το [[κλάω]] / -<i>ῶ</i>, εμφανίζοντας κατάλ. -(<i>μ</i>)<i>βός</i> [[κατά]] τα [[σκαμβός]], [[κολοβός]]. Θα μπορούσε όμως να θεωρηθεί και μεταγενέστερη φωνητική [[παραλλαγή]] του [[κράμβος]].
|mltxt=[[κλαμβός]], -ή, -όν (Μ)<br />ακρωτηριασμένος, κολοβωμένος.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αβέβαιης ετυμολ. Συνδέεται πιθ. με το [[κλάω]] / -<i>ῶ</i>, εμφανίζοντας κατάλ. -(<i>μ</i>)<i>βός</i> [[κατά]] τα [[σκαμβός]], [[κολοβός]]. Θα μπορούσε όμως να θεωρηθεί και μεταγενέστερη φωνητική [[παραλλαγή]] του [[κράμβος]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''κλαμβός:''' -ή, -όν, [[κολοβός]], ακρωτηριασμένος, σε Ιππιατρ.
}}
}}