κοσμητός: Difference between revisions

5
(21)
(5)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[κοσμητός]], -ή, -όν (Α) [[κοσμώ]]<br />καλά διατεταγμένος, επιμελημένος («κοσμηταὶ πρασιαὶ παρὰ νείατον ὄρχον... πεφύασιν», <b>Ομ. Οδ.</b>).
|mltxt=[[κοσμητός]], -ή, -όν (Α) [[κοσμώ]]<br />καλά διατεταγμένος, επιμελημένος («κοσμηταὶ πρασιαὶ παρὰ νείατον ὄρχον... πεφύασιν», <b>Ομ. Οδ.</b>).
}}
{{lsm
|lsmtext='''κοσμητός:''' -ή, -όν ([[κοσμέω]]), επιμελημένος, [[καλά]] τακτοποιημένος, σε Ομήρ. Οδ.
}}
}}