μύσταξ: Difference between revisions

5
(26)
(5)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=ο (Α [[μύσταξ]] και, σπαν. [[βύσταξ]], -ακος)<br /><b>1.</b> [[μουστάκι]], το πυκνό [[τρίχωμα]] στο άνω [[χείλος]] τών [[ανδρών]]<br /><b>2.</b> αραιές [[τρίχες]], νημάτια που φυτρώνουν στο [[πάνω]] [[χείλος]] ζώων, όπως της γάτας, της [[τίγρης]], ή ψαριών, όπως της τρίγλης, του μπαρμπουνιού.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Η λ. [[μύσταξ]], σχηματισμένη [[κατά]] το [[μάσταξ]], ανάγεται στην ΙΕ [[ρίζα]] <i>mu</i>- «[[μουρμουρίζω]], [[μίμηση]] του ήχου που παράγεται με σφιγμένα τα χείλια» και συνδέεται με τη τ. [[μύλλον]] «[[χείλος]]». Ο σπανιότερος τ. [[βύσταξ]] αποτελεί πιθ. παρεφθαρμένο τ. του [[μύσταξ]].
|mltxt=ο (Α [[μύσταξ]] και, σπαν. [[βύσταξ]], -ακος)<br /><b>1.</b> [[μουστάκι]], το πυκνό [[τρίχωμα]] στο άνω [[χείλος]] τών [[ανδρών]]<br /><b>2.</b> αραιές [[τρίχες]], νημάτια που φυτρώνουν στο [[πάνω]] [[χείλος]] ζώων, όπως της γάτας, της [[τίγρης]], ή ψαριών, όπως της τρίγλης, του μπαρμπουνιού.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Η λ. [[μύσταξ]], σχηματισμένη [[κατά]] το [[μάσταξ]], ανάγεται στην ΙΕ [[ρίζα]] <i>mu</i>- «[[μουρμουρίζω]], [[μίμηση]] του ήχου που παράγεται με σφιγμένα τα χείλια» και συνδέεται με τη τ. [[μύλλον]] «[[χείλος]]». Ο σπανιότερος τ. [[βύσταξ]] αποτελεί πιθ. παρεφθαρμένο τ. του [[μύσταξ]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''μύσταξ:''' -ᾰκος, ὁ, Δωρ. και Λακων. [[λέξη]], το πάνω [[χείλος]], [[μουστάκι]], σε Θεόκρ.· πρβλ. [[μάσταξ]].
}}
}}