3,274,313
edits
(28) |
(5) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[οἰκοδομητικός]], -ή, -όν (Α) [[οικοδομητός]]<br /><b>1.</b> αυτός που ανήκει ή αναφέρεται σε [[οικοδόμηση]] ή ο [[κατάλληλος]] για [[οικοδόμηση]]<br /><b>2.</b> <b>το θηλ. ως ουσ.</b> <i>ἡ οἰκοδομητική</i><br />(ενν. [[τέχνη]]) η [[αρχιτεκτονική]]. | |mltxt=[[οἰκοδομητικός]], -ή, -όν (Α) [[οικοδομητός]]<br /><b>1.</b> αυτός που ανήκει ή αναφέρεται σε [[οικοδόμηση]] ή ο [[κατάλληλος]] για [[οικοδόμηση]]<br /><b>2.</b> <b>το θηλ. ως ουσ.</b> <i>ἡ οἰκοδομητική</i><br />(ενν. [[τέχνη]]) η [[αρχιτεκτονική]]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''οἰκοδομητικός:''' -ή, -όν, [[κατάλληλος]] για [[οικοδόμηση]]· <i>ἡ -κή</i> (ενν. [[τέχνη]]), [[αρχιτεκτονική]], σε Λουκ. | |||
}} | }} |