περάσιμος: Difference between revisions

5
(31)
(5)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ον, Α [[πέρασις]]<br /><b>1.</b> αυτός [[μέσα]] από τον οποίο μπορεί να περάσει [[κάποιος]], ο [[διαβατός]]<br /><b>2.</b> αυτός που αναφέρεται στη [[διάβαση]], στο [[πέρασμα]].
|mltxt=-ον, Α [[πέρασις]]<br /><b>1.</b> αυτός [[μέσα]] από τον οποίο μπορεί να περάσει [[κάποιος]], ο [[διαβατός]]<br /><b>2.</b> αυτός που αναφέρεται στη [[διάβαση]], στο [[πέρασμα]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''περάσιμος:''' [ᾱ], -ον ([[περάω]]), [[διαβατός]], σε Πλούτ.
}}
}}