σαγηναῖος: Difference between revisions

6
(36)
(6)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=-αία, -ον, Α<br />ο [[σχετικός]] με τη [[σαγήνη]], το μεγάλο αλιευτικό [[δίχτυ]], [[αλιευτικός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[σαγήνη]] «αλιευτικό [[δίχτυ]]» <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>αῖος</i>].
|mltxt=-αία, -ον, Α<br />ο [[σχετικός]] με τη [[σαγήνη]], το μεγάλο αλιευτικό [[δίχτυ]], [[αλιευτικός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[σαγήνη]] «αλιευτικό [[δίχτυ]]» <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>αῖος</i>].
}}
{{lsm
|lsmtext='''σᾰγηναῖος:''' -α, -ον ([[σαγήνη]]), αυτός που ανήκει σε ή είναι [[κατάλληλος]] για [[ψάρεμα]] με τα δίχτυα, [[αλιευτικός]], σε Ανθ.
}}
}}