δακτυλικός: Difference between revisions

1b
(3)
(1b)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''δακτῠλικός:''' -ή, -όν ([[δακτύλιος]]), ο τοποθετημένος σε δακτύλιο, αυτός που αποτελείται από δακτύλους (πόδες), σε Ανθ.
|lsmtext='''δακτῠλικός:''' -ή, -όν ([[δακτύλιος]]), ο τοποθετημένος σε δακτύλιο, αυτός που αποτελείται από δακτύλους (πόδες), σε Ανθ.
}}
{{elru
|elrutext='''δακτῠλικός:''' 3<br /><b class="num">1)</b> вставленный в перстень ([[ψῆφος]] Anth.);<br /><b class="num">2)</b> стих. дактилический ([[μέτρον]]).
}}
}}