δίμορφος: Difference between revisions

1b
(9)
(1b)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο (AM [[δίμορφος]], -ον)<br /><b>1.</b> αυτός που έχει ή παρουσιάζεται με δύο μορφές<br /><b>2.</b> (για χημική [[ουσία]]) αυτή που παρουσιάζεται με δύο διαφορετικές κρυσταλλικές καταστάσεις<br /><b>αρχ.</b><br />ο αποτελούμενος από δύο μορφές, [[ερμαφρόδιτος]].
|mltxt=-η, -ο (AM [[δίμορφος]], -ον)<br /><b>1.</b> αυτός που έχει ή παρουσιάζεται με δύο μορφές<br /><b>2.</b> (για χημική [[ουσία]]) αυτή που παρουσιάζεται με δύο διαφορετικές κρυσταλλικές καταστάσεις<br /><b>αρχ.</b><br />ο αποτελούμενος από δύο μορφές, [[ερμαφρόδιτος]].
}}
{{elru
|elrutext='''δίμορφος:''' имеющий двойную форму, двуобразный Diod., Plut.
}}
}}