ὀπαῖον: Difference between revisions

3b
(5)
 
(3b)
Line 1: Line 1:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ὀπαῖον:''' τό ([[ὀπή]]), [[τρύπα]] στη [[στέγη]], λέγεται για εξαερισμό, σε Πλούτ.· πρβλ. [[ἀνοπαῖα]].
|lsmtext='''ὀπαῖον:''' τό ([[ὀπή]]), [[τρύπα]] στη [[στέγη]], λέγεται για εξαερισμό, σε Πλούτ.· πρβλ. [[ἀνοπαῖα]].
}}
{{elru
|elrutext='''ὀπαῖον:''' τό дымовое отверстие (в крыше) Plut.
}}
}}