ἑτεραλκής: Difference between revisions

2
(4)
(2)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἑτεραλκής:''' -ές ([[ἀλκή]]),·<br /><b class="num">I. 1.</b> αυτή που δίνει [[δύναμη]] σε έναν από τους [[δύο]], Δαναοῖσι μάχης ἑτεραλκέα νίκην [[δοῦναι]], [[δίνω]] την [[νίκη]] στην [[μάχη]] κλίνοντας προς το [[μέρος]] των Δαναών, σε Ομήρ. Ιλ.· ἑτ. [[σῆμα]], [[σημάδι]] που δείχνει ότι η [[νίκη]] άλλαξε [[πλευρά]], στο ίδ.· ομοίως, [[χωρίς]] το <i>μάχης</i>, [[δίδου]] ἑτεραλκέα νίκην, σε Όμηρ.<br /><b class="num">2.</b> Ενεργ., [[δῆμος]] ἑτ., εφεδρικό [[σώμα]] [[ανδρών]] που κρίνει τη [[ροπή]] της νίκης, σε Ομήρ. Ιλ.<br /><b class="num">II.</b> αυτός που κλίνει [[πότε]] στο ένα [[μέρος]] [[πότε]] στο [[άλλο]], [[αμφίρροπος]], Λατ. [[anceps]], σε Ηρόδ.· ομοίως, επίρρ., [[ἑτεραλκέως]] ἀγωνίζεσθαι, ancipiti Marte pugnare, στον ίδ.
|lsmtext='''ἑτεραλκής:''' -ές ([[ἀλκή]]),·<br /><b class="num">I. 1.</b> αυτή που δίνει [[δύναμη]] σε έναν από τους [[δύο]], Δαναοῖσι μάχης ἑτεραλκέα νίκην [[δοῦναι]], [[δίνω]] την [[νίκη]] στην [[μάχη]] κλίνοντας προς το [[μέρος]] των Δαναών, σε Ομήρ. Ιλ.· ἑτ. [[σῆμα]], [[σημάδι]] που δείχνει ότι η [[νίκη]] άλλαξε [[πλευρά]], στο ίδ.· ομοίως, [[χωρίς]] το <i>μάχης</i>, [[δίδου]] ἑτεραλκέα νίκην, σε Όμηρ.<br /><b class="num">2.</b> Ενεργ., [[δῆμος]] ἑτ., εφεδρικό [[σώμα]] [[ανδρών]] που κρίνει τη [[ροπή]] της νίκης, σε Ομήρ. Ιλ.<br /><b class="num">II.</b> αυτός που κλίνει [[πότε]] στο ένα [[μέρος]] [[πότε]] στο [[άλλο]], [[αμφίρροπος]], Λατ. [[anceps]], σε Ηρόδ.· ομοίως, επίρρ., [[ἑτεραλκέως]] ἀγωνίζεσθαι, ancipiti Marte pugnare, στον ίδ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἑτεραλκής:''' <b class="num">1)</b> склоняющийся то на одну, то на другую сторону, переменный (μάχης [[νίκη]] Hom. - ср. 2);<br /><b class="num">2)</b> склоняющийся на одну сторону, решительный (μάχης νίχη Hom. - ср. 1);<br /><b class="num">3)</b> дающий перевес одной стороне, т. е. приносящий победу врагам ([[Ἄρης]] Aesch.);<br /><b class="num">4)</b> (о войсках) вспомогательный, свежий ([[δῆμος]] Hom.);<br /><b class="num">5)</b> не дающий никому решительного перевеса, сомнительный (с точки зрения исхода) ([[μάχη]] Her.).
}}
}}