τέμαχος: Difference between revisions

4b
(6)
(4b)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''τέμᾰχος:''' -εος, τό ([[τέμνω]]), [[κομμάτι]] παστωμένου ψαριού, σε Αριστ., Ξεν. κ.λπ.· γενικά, [[κομμάτι]] κρέατος, σε Λουκ.
|lsmtext='''τέμᾰχος:''' -εος, τό ([[τέμνω]]), [[κομμάτι]] παστωμένου ψαριού, σε Αριστ., Ξεν. κ.λπ.· γενικά, [[κομμάτι]] κρέατος, σε Λουκ.
}}
{{elru
|elrutext='''τέμᾰχος:''' εος τό<br /><b class="num">1)</b> кусок, ломтик (δελφίνων τεμάχη Xen.);<br /><b class="num">2)</b> соленая рыба ([[κρέας]] καὶ τ. Arph.).
}}
}}