φώς: Difference between revisions

508 bytes added ,  31 December 2018
4b
(6)
(4b)
Line 30: Line 30:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''φώς:''' γεν. [[φωτός]], <i>ὁ</i>, δυϊκ. <i>φῶτε</i>, <i>φωτοῖν</i>· πληθ. <i>φῶτες</i>, [[φωτῶν]], <i>φωσί</i>·<br /><b class="num">I.</b> χρησιμ. από ποιητές, ακριβώς όπως το [[ἀνήρ]], [[άνδρας]], σε Όμηρ., Τραγ.<br /><b class="num">II.</b> [[άνδρας]], αντίθ. προς τη [[γυναίκα]], σε Ομήρ. Οδ., Σοφ.· <i>δύ' οἰκτρὼ φῶτε</i>, λέγεται για έναν άντρα και τη [[γυναίκα]] του, σε Ευρ.<br /><b class="num">III.</b> [[άνθρωπος]], αντίθ. προς το θεό, σε Ομήρ. Ιλ., Αισχύλ.
|lsmtext='''φώς:''' γεν. [[φωτός]], <i>ὁ</i>, δυϊκ. <i>φῶτε</i>, <i>φωτοῖν</i>· πληθ. <i>φῶτες</i>, [[φωτῶν]], <i>φωσί</i>·<br /><b class="num">I.</b> χρησιμ. από ποιητές, ακριβώς όπως το [[ἀνήρ]], [[άνδρας]], σε Όμηρ., Τραγ.<br /><b class="num">II.</b> [[άνδρας]], αντίθ. προς τη [[γυναίκα]], σε Ομήρ. Οδ., Σοφ.· <i>δύ' οἰκτρὼ φῶτε</i>, λέγεται για έναν άντρα και τη [[γυναίκα]] του, σε Ευρ.<br /><b class="num">III.</b> [[άνθρωπος]], αντίθ. προς το θεό, σε Ομήρ. Ιλ., Αισχύλ.
}}
{{elru
|elrutext='''φώς:''' [[φωτός]] ὁ только поэт.<br /><b class="num">1)</b> муж, мужчина, тж. человек Hom., Trag., Arph.: [[φωτῶν]] [[γένος]] Aesch., род человеческий; φῶτες Αἰγεΐδαι Pind. потомки Эгея; δύ᾽ οἰκτρὼ φῶτε Eur. два несчастных человека (Менелай и Елена);<br /><b class="num">2)</b> собир. войско (ὁ [[λεύκασπις]] φ. Soph.).
}}
}}