3,274,754
edits
(5) |
(3) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''λᾱοπόρος:''' -ον, αυτός που χρησιμεύει για [[διάβαση]] του λαού, [[κατασκευή]] που διευκολύνει τη [[διάβαση]] των ανθρώπων, <i>λαοπόροι μηχαναί</i>, δηλ. γέφυρες, σε Αισχύλ. | |lsmtext='''λᾱοπόρος:''' -ον, αυτός που χρησιμεύει για [[διάβαση]] του λαού, [[κατασκευή]] που διευκολύνει τη [[διάβαση]] των ανθρώπων, <i>λαοπόροι μηχαναί</i>, δηλ. γέφυρες, σε Αισχύλ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''λᾱοπόρος:''' атт. [[λεωπόρος]] 2 дающий людям возможность переправы, служащий мостом (μηχαναί Aesch.). | |||
}} | }} |