μεμάποιεν: Difference between revisions

3
(5)
(3)
Line 7: Line 7:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''μεμάποιεν:''' [ᾰ], Επικ. γʹ πληθ. ευκτ. παρακ. του [[μάρπτω]].
|lsmtext='''μεμάποιεν:''' [ᾰ], Επικ. γʹ πληθ. ευκτ. παρακ. του [[μάρπτω]].
}}
{{elru
|elrutext='''μεμάποιεν:''' Hes. 3 л. pl. opt. к [[μάρπτω]].
}}
}}