λιπόπνοος: Difference between revisions

3
(5)
(3)
Line 18: Line 18:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''λῐπόπνοος:''' -ον, συνηρ. [[λιπόπνους]], <i>-ουν</i> ([[πνοή]])· εγκαταλελειμμένος από [[πνοή]], αυτός που δεν έχει [[πνοή]], [[άπνους]], [[νεκρός]], σε Ανθ.
|lsmtext='''λῐπόπνοος:''' -ον, συνηρ. [[λιπόπνους]], <i>-ουν</i> ([[πνοή]])· εγκαταλελειμμένος από [[πνοή]], αυτός που δεν έχει [[πνοή]], [[άπνους]], [[νεκρός]], σε Ανθ.
}}
{{elru
|elrutext='''λῐπόπνοος:''' стяж. [[λιπόπνους]] 2 бездыханный Anth.
}}
}}