3,276,932
edits
(4) |
(2) |
||
Line 27: | Line 27: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''δυσκάθαρτος:''' -ον ([[καθαίρω]]), αυτός που είναι δύσκολο να εξιλεωθεί μέσω εξαγνισμού ή καθαρμών, σε Σοφ., Αριστοφ. | |lsmtext='''δυσκάθαρτος:''' -ον ([[καθαίρω]]), αυτός που είναι δύσκολο να εξιλεωθεί μέσω εξαγνισμού ή καθαρμών, σε Σοφ., Αριστοφ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''δυσκάθαρτος:''' <b class="num">1)</b> с трудом поддающийся очищению (πνεύματα Plut.);<br /><b class="num">2)</b> неумолимый (Ἃιδου [[λιμήν]] Soph.; [[δαίμων]] Arph.). | |||
}} | }} |