ἀπόλεκτος: Difference between revisions

1
(3)
(1)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀπόλεκτος:''' -ον ([[ἀπολέγω]]), [[διαλεχτός]], [[επίλεκτος]], [[εκλεκτός]], [[εξαίρετος]], σε Θουκ., Ξεν.
|lsmtext='''ἀπόλεκτος:''' -ον ([[ἀπολέγω]]), [[διαλεχτός]], [[επίλεκτος]], [[εκλεκτός]], [[εξαίρετος]], σε Θουκ., Ξεν.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀπόλεκτος:''' избранный, отборный Thuc., Xen.
}}
}}