ὕφασμα: Difference between revisions

4b
(6)
(4b)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ὕφασμα:''' [ῠ], -ατος, τό ([[ὑφαίνω]]), υφασμένο [[ένδυμα]], [[ρούχο]], [[ιστός]], σε Ομήρ. Οδ.
|lsmtext='''ὕφασμα:''' [ῠ], -ατος, τό ([[ὑφαίνω]]), υφασμένο [[ένδυμα]], [[ρούχο]], [[ιστός]], σε Ομήρ. Οδ.
}}
{{elru
|elrutext='''ὕφασμα:''' ατος τό [[ὑφαίνω]]<br /><b class="num">1)</b> ткань Hom., Aesch. etc.;<br /><b class="num">2)</b> предполож. сбруя (ὑφάσματα χαλκὰ καὶ σιδηρά Plut.).
}}
}}