3,274,216
edits
(2) |
(1) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''αἰολόμητις:''' -ιος, ὁ, ἡ, [[γεμάτος]] από διαφόρους δόλους, πανουργίες, τεχνάσματα, σε Ησίοδ., Αισχύλ. | |lsmtext='''αἰολόμητις:''' -ιος, ὁ, ἡ, [[γεμάτος]] από διαφόρους δόλους, πανουργίες, τεχνάσματα, σε Ησίοδ., Αισχύλ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''αἰολόμητις:''' ιος adj. хитроумный, изобретательный ([[Προμηθεύς]] Hes.; [[θεός]], sc. Ἣρα Aesch.). | |||
}} | }} |