3,274,919
edits
(5) |
(3b) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ξουθός:''' -ή, -όν,<br /><b class="num">I.</b> λέγεται για [[χρώμα]], που βρίσκεται [[ανάμεσα]] στο [[ξανθός]] και στο [[πυρρός]], [[πυρρόξανθος]], [[κιτρινωπός]], ξανθόμαυρος, [[κιτρινόμαυρος]], κιτρινοκαφετής, πορτοκαλοκάστανος, επιθ. [[προσδιορισμός]] για τη [[μέλισσα]], σε Ευρ.· λέγεται επίσης για το [[αηδόνι]], [[ιδίως]] για το λαιμό του, σε Αισχύλ., Ευρ. κ.λπ.<br /><b class="num">II.</b> μεταγεν., λέγεται για ήχο, [[οξύς]], [[διαπεραστικός]], σε Βάβρ., Ανθ. | |lsmtext='''ξουθός:''' -ή, -όν,<br /><b class="num">I.</b> λέγεται για [[χρώμα]], που βρίσκεται [[ανάμεσα]] στο [[ξανθός]] και στο [[πυρρός]], [[πυρρόξανθος]], [[κιτρινωπός]], ξανθόμαυρος, [[κιτρινόμαυρος]], κιτρινοκαφετής, πορτοκαλοκάστανος, επιθ. [[προσδιορισμός]] για τη [[μέλισσα]], σε Ευρ.· λέγεται επίσης για το [[αηδόνι]], [[ιδίως]] για το λαιμό του, σε Αισχύλ., Ευρ. κ.λπ.<br /><b class="num">II.</b> μεταγεν., λέγεται για ήχο, [[οξύς]], [[διαπεραστικός]], σε Βάβρ., Ανθ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ξουθός:''' <b class="num">1)</b> изжелта-темный, темно-коричневый, золотисто-бурый ([[ἀηδών]] Aesch.; [[μέλισσα]] Soph.);<br /><b class="num">2)</b> звонкий, пронзительный ([[χελιδών]] Babr.; [[τέττιξ]] Anth.). | |||
}} | }} |