προφυτεύω: Difference between revisions

nl
(6)
(nl)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''προφῠτεύω:''' μέλ. <i>-σω</i>, [[φυτεύω]] από [[πριν]]· μεταφ., [[προκατασκευάζω]], σε Σοφ.
|lsmtext='''προφῠτεύω:''' μέλ. <i>-σω</i>, [[φυτεύω]] από [[πριν]]· μεταφ., [[προκατασκευάζω]], σε Σοφ.
}}
{{elnl
|elnltext=προ-φυτεύω verwekken.
}}
}}