δημώδης: Difference between revisions

nl
(3)
(nl)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''δημώδης:''' -ες ([[εἶδος]]), [[χαρακτηριστικός]] του λαού, [[λαϊκός]], [[συνήθης]], [[κοινός]], σε Πλάτ.
|lsmtext='''δημώδης:''' -ες ([[εἶδος]]), [[χαρακτηριστικός]] του λαού, [[λαϊκός]], [[συνήθης]], [[κοινός]], σε Πλάτ.
}}
{{elnl
|elnltext=δημώδης -ες [δῆμος] volks, ordinair:. τὴν δημώδη μουσικὴν ποιεῖν de alledaagse muziek beoefenen Plat. Phaed. 61a. algemeen bekend, populair:. χρώμενοι τοῖς... δημώδεσι... στιχιδίοις door de populaire versregels te gebruiken Plut. Per. 30.4.
}}
}}