3,274,919
edits
(6) |
(nl) |
||
Line 30: | Line 30: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''σκηνή:''' ἡ,<br /><b class="num">I. 1.</b> στεγασμένος [[τόπος]], [[τέντα]], [[αντίσκηνο]], σε Ηρόδ., Σοφ. κ.λπ.· στον πληθ., [[στρατόπεδο]], Λατ. [[castra]], σε Αισχύλ., Ξεν.<br /><b class="num">2.</b> γενικά, [[τόπος]] διαμονής, [[στέγη]], [[κατοικία]], [[σπίτι]], [[ναός]], σε Ευρ.<br /><b class="num">II. 1.</b> [[σκηνή]] ή [[παράπηγμα]] ξύλινο πάνω στο οποίο ερμήνευαν τους ρόλους τους οι ηθοποιοί, σε Πλάτ.· στο κανονικό [[θέατρο]], η [[σκηνή]] ήταν [[ένας]] [[τοίχος]] στο [[πίσω]] [[μέρος]] [[αυτού]] που [[τώρα]] ονομάζουμε [[σκηνή]], με πόρτες για την είσοδο και την [[έξοδο]]· η [[σκηνή]] (με τη [[σημασία]] που της αποδίδουμε [[σήμερα]]), ονομαζόταν [[προσκήνιον]] ή [[λογεῖον]], τα πλάγια μέρη ή πτέρυγες [[παρασκήνια]], κι ο [[τοίχος]] [[κάτω]] από τη [[σκηνή]], [[αντίκρυ]] στην [[ορχήστρα]], <i>ὑποσκήνια</i>. 2. <i>οἱ ἀπὸ σκηνῆς</i>, οι ηθοποιοί, οι ερμηνευτές, οι υποκριτές, σε Δημ.<br /><b class="num">3.</b> τὸ ἐπὶ σκηνῆς [[μέρος]], αυτό που παριστάνεται στη [[σκηνή]], σε Αριστ.· <i>τὰ ἀπὸ σκηνῆς</i> (ενν. <i>ᾄσματα</i>), ωδές που άδονταν επί σκηνής, στον ίδ.<br /><b class="num">4.</b> μεταφ., το σκηνικό [[αποτέλεσμα]], το [[αίσθημα]] του πλασματικού, του μη πραγματικού, σκηνὴ [[πᾶς]] ὁ [[βίος]], «όλη η [[ζωή]] είναι [[θέατρο]]», σε Ανθ.<br /><b class="num">III.</b> [[στέγαστρο]] που μοιάζει με [[σκηνή]], [[κάλυμμα]], [[σκέπασμα]] της άμαξας, σε Αισχύλ., Ξεν.· επίσης, [[παραπέτασμα]] του κρεβατιού, σε Δημ.<br /><b class="num">IV.</b>[[ψυχαγωγία]] που παρέχεται στις σκηνές, [[συμπόσιο]], σε Ξεν. | |lsmtext='''σκηνή:''' ἡ,<br /><b class="num">I. 1.</b> στεγασμένος [[τόπος]], [[τέντα]], [[αντίσκηνο]], σε Ηρόδ., Σοφ. κ.λπ.· στον πληθ., [[στρατόπεδο]], Λατ. [[castra]], σε Αισχύλ., Ξεν.<br /><b class="num">2.</b> γενικά, [[τόπος]] διαμονής, [[στέγη]], [[κατοικία]], [[σπίτι]], [[ναός]], σε Ευρ.<br /><b class="num">II. 1.</b> [[σκηνή]] ή [[παράπηγμα]] ξύλινο πάνω στο οποίο ερμήνευαν τους ρόλους τους οι ηθοποιοί, σε Πλάτ.· στο κανονικό [[θέατρο]], η [[σκηνή]] ήταν [[ένας]] [[τοίχος]] στο [[πίσω]] [[μέρος]] [[αυτού]] που [[τώρα]] ονομάζουμε [[σκηνή]], με πόρτες για την είσοδο και την [[έξοδο]]· η [[σκηνή]] (με τη [[σημασία]] που της αποδίδουμε [[σήμερα]]), ονομαζόταν [[προσκήνιον]] ή [[λογεῖον]], τα πλάγια μέρη ή πτέρυγες [[παρασκήνια]], κι ο [[τοίχος]] [[κάτω]] από τη [[σκηνή]], [[αντίκρυ]] στην [[ορχήστρα]], <i>ὑποσκήνια</i>. 2. <i>οἱ ἀπὸ σκηνῆς</i>, οι ηθοποιοί, οι ερμηνευτές, οι υποκριτές, σε Δημ.<br /><b class="num">3.</b> τὸ ἐπὶ σκηνῆς [[μέρος]], αυτό που παριστάνεται στη [[σκηνή]], σε Αριστ.· <i>τὰ ἀπὸ σκηνῆς</i> (ενν. <i>ᾄσματα</i>), ωδές που άδονταν επί σκηνής, στον ίδ.<br /><b class="num">4.</b> μεταφ., το σκηνικό [[αποτέλεσμα]], το [[αίσθημα]] του πλασματικού, του μη πραγματικού, σκηνὴ [[πᾶς]] ὁ [[βίος]], «όλη η [[ζωή]] είναι [[θέατρο]]», σε Ανθ.<br /><b class="num">III.</b> [[στέγαστρο]] που μοιάζει με [[σκηνή]], [[κάλυμμα]], [[σκέπασμα]] της άμαξας, σε Αισχύλ., Ξεν.· επίσης, [[παραπέτασμα]] του κρεβατιού, σε Δημ.<br /><b class="num">IV.</b>[[ψυχαγωγία]] που παρέχεται στις σκηνές, [[συμπόσιο]], σε Ξεν. | ||
}} | |||
{{elnl | |||
|elnltext=σκηνή -ῆς, ἡ [~ σκιά?] Dor. σκᾱνά tent, barak:; σκηνὴν ποιεῖν een tent opzetten Thuc. 2.34.2; plur. tentenkamp; Aeschl. Eum. 686; kraam:; σκηναὶ αἱ κατὰ τὴν ἀγοράν de marktkramen Dem. 18.169; uitbr. (‘diner in een tent’) diner:. ἐν τῇ σκηνῇ bij het diner Xen. Cyr. 2.3.1. huif:. σκηναὶ τροχήλατοι rijdende tenten, huifkarren Aeschl. Pers. 1001; κατεκάλυψαν τῇ σκηνῇ zij hielden (haar) verborgen door een huif Xen. Cyr. 6.4.11. toneelgebouw; Aristoph. Pax 731; toneel:. οἱ ἐπὶ σκηνῆς de toneelspelers Luc. 38.16. | |||
}} | }} |