3,276,932
edits
(5) |
(nl) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''κεράστης:''' -ου, κλητ. <i>κεράστα</i>, <i>ὁ</i>, αυτός που έχει κέρατα, [[ἔλαφος]], σε Σοφ., Ευρ.· θηλ. [[κεραστίς]], <i>-[[ίδος]]</i>, λέγεται για την Ιώ, σε Αισχύλ. | |lsmtext='''κεράστης:''' -ου, κλητ. <i>κεράστα</i>, <i>ὁ</i>, αυτός που έχει κέρατα, [[ἔλαφος]], σε Σοφ., Ευρ.· θηλ. [[κεραστίς]], <i>-[[ίδος]]</i>, λέγεται για την Ιώ, σε Αισχύλ. | ||
}} | |||
{{elnl | |||
|elnltext=κεράστης, -ου [κέρας] vocat. sing. κεράστα gehoornd; subst. hoorndrager (ram); gehoornde slang. | |||
}} | }} |