ὑπόδικος: Difference between revisions

4b
(6)
(4b)
Line 30: Line 30:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ὑπόδῐκος:''' -ον ([[δίκη]]), αυτός που οδηγήθηκε σε [[δίκη]] ή ο υποκείμενος σε [[δίκη]], σε Λυσ. κ.λπ.· <i>τινος</i>, για [[κάτι]], σε Αισχύλ., Ρήτ.· [[ὑπό]]-[[δικός]] τινι, υποκείμενος σε [[μήνυση]], [[αγωγή]] από κάποιον, σε Δημ. κ.λπ.
|lsmtext='''ὑπόδῐκος:''' -ον ([[δίκη]]), αυτός που οδηγήθηκε σε [[δίκη]] ή ο υποκείμενος σε [[δίκη]], σε Λυσ. κ.λπ.· <i>τινος</i>, για [[κάτι]], σε Αισχύλ., Ρήτ.· [[ὑπό]]-[[δικός]] τινι, υποκείμενος σε [[μήνυση]], [[αγωγή]] από κάποιον, σε Δημ. κ.λπ.
}}
{{elru
|elrutext='''ὑπόδῐκος:''' подлежащий ответственности, виновный Lys. etc.: ὑ. τινος Aesch., Plat., Dem. несущий ответственность за что-л., обвиняемый в чем-л.; ὑ. τινι Plat., Dem., NT несущий ответственность (виновный) перед кем-л.
}}
}}