3,274,919
edits
(5) |
(2b) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ἱππομᾰνής:''' -ές ([[μαίνομαι]])·<br /><b class="num">I.</b> λέγεται για [[λιβάδι]], μέσα στο οποίο τα άλογα βρίσκουν μανιώδη [[τέρψη]] ή [[λιβάδι]] χλοερό ή [[λιβάδι]] γεμάτο από άλογα, σε Σοφ.<br /><b class="num">II.</b> ως ουσ., <i>ἱππομανές</i>, <i>-έος</i>, <i>τό</i>, αρκαδικό [[φυτό]], που μανιωδώς αγαπούν να τρώγουν τα άλογα ή που [[μόλις]] το τρώνε τρελαίνονται, σε Θεόκρ. | |lsmtext='''ἱππομᾰνής:''' -ές ([[μαίνομαι]])·<br /><b class="num">I.</b> λέγεται για [[λιβάδι]], μέσα στο οποίο τα άλογα βρίσκουν μανιώδη [[τέρψη]] ή [[λιβάδι]] χλοερό ή [[λιβάδι]] γεμάτο από άλογα, σε Σοφ.<br /><b class="num">II.</b> ως ουσ., <i>ἱππομανές</i>, <i>-έος</i>, <i>τό</i>, αρκαδικό [[φυτό]], που μανιωδώς αγαπούν να τρώγουν τα άλογα ή που [[μόλις]] το τρώνε τρελαίνονται, σε Θεόκρ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ἱππομᾰνής:''' приводящий в неистовство лошадей: ἱ. [[λειμών]] Soph. луг, на котором резвятся кони. | |||
}} | }} |